Ποιοι είμαστε
Αρχική Οφείλονται τα χρόνια νοσήματα στην ψυχολογική μας κατάσταση;ΜΙΞΗ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΕΩΝ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΨΕΥΔΟΕΠΙΣΤΗΜΗ

Οφείλονται τα χρόνια νοσήματα στην ψυχολογική μας κατάσταση;

29 Αυγ
2019

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 6 έτη.

Στις 3-7-2019 το apotis4stis5.com δημοσίευσε άρθρο με τίτλο “Ιπποκράτης: «Τα Αυτοάνοσα νοσήματα είναι δημιουργίες του ίδιου του σώματος που προσπαθεί να καταπολεμήσει την δυστυχία του εαυτού του»“, το οποίο έγινε viral. Βασικός του ισχυρισμός είναι ότι οι αυτοάνοσες και χρόνιες παθήσεις οφείλονται στα ψυχικά μας τραύματα.

Το άρθρο παραθέτει ως πηγές αντίστοιχα άρθρα από τα healingeffect.gr και cosmiclight-gaia.blogspot.com, ενώ αναπαραγωγή των παραπάνω έχει υπάρξει από τα womantoc.gr, tilestwra.gr, healthnews.reporter.com.cy.

Τα άρθρα αυτά παρουσιάζουν μίξη γεγονότων και παραποιήσεων για την θέση του Ιπποκράτη αλλά και της σύγχρονης ιατρικής επί του ζητήματος, μαζί με αρκετές υπερβολές και ψευδοεπιστημονικούς ισχυρισμούς, που θα εξετάσουμε αναλυτικά παρακάτω.



Στην αρχή του επίμαχου άρθρου διαβάζουμε:

Το σώμα μας είναι ένα θείο δώρο, είναι μια τέλεια δημιουργία γεμάτη σοφία και αγάπη, είναι μια μικρογραφία όλου του σύμπαντος.

Ο Ιπποκράτης έλεγε ότι κάθε νόσος ξεκινά πρώτα από την ψυχή και μετά καταλήγει στο σώμα. Και πριν αποφασίσουμε ποια θεραπεία θα ακολουθήσουμε για το σώμα, πρέπει πρώτα να έχουμε θεραπεύσει το τραύμα της ψυχής.

Τα κύτταρά μας λειτουργούν με νοημοσύνη, ευφυΐα και πνευματικότητα εκεί είναι καταγεγραμμένα τα πάντα, όλα όσα είμαστε, όλα όσα έχουμε, όλη η μοναδικότητα της ύπαρξής μας κατοικεί εκεί.

Όταν το συνειδητοποιήσουμε μπορούμε να κάνουμε τεράστιες αλλαγές, αρχικά στην υγεία μας αλλά και σε όλη την πραγματικότητα που ζούμε. Το ανθρώπινο σώμα έχει ανάγκη από σωματική άσκηση, την κατάλληλη για τον καθένα διατροφή, αποτοξίνωση, την θεραπευτική επαφή με τη φύση και πάνω από όλα αγάπη.

Τα πάντα μας προσφέρονται σε αφθονία όταν επιλέξουμε τη φυσική φροντίδα και είμαστε συνειδητοί σε αυτά που τρώμε, η γη παρέχει όλα τα αγαθά για να θεραπευτεί το σώμα.

«Ψυχής γαρ όργανον το σώμα».
Ιπποκράτης


Παράθεση του apotis4stis5.com

Καταρχάς, παρατηρούμε ότι στο κείμενο γίνεται ένας διαφορετικός ισχυρισμός απ’ ό,τι στον τίτλο: πως ο Ιπποκράτης υποστήριζε ότι όλες οι νόσοι οφείλονται στην ψυχολογική μας κατάσταση, και όχι απλά οι αυτοάνοσες. Το να είχε αναφερθεί ο Ιπποκράτης συγκεκριμένα σε αυτοάνοσες παθήσεις θα ήταν αδύνατο, καθώς αυτές περιγράφηκαν για πρώτη φορά στις αρχές του 20ου αιώνα.

Πριν ερευνήσουμε τις ιπποκράτειες απόψεις επί του θέματος, να σημειώσουμε ότι δεν διαθέτουμε γραπτά που μπορούμε να πούμε με υψηλή βεβαιότητα ότι προέρχονται από τον ίδιο τον Ιπποκράτη.

Μας έχει διασωθεί η «Ιπποκράτεια Συλλογή (Hippocratic Corpus)» περίπου 60 κειμένων, που παρότι φέρουν το όνομά του, έχει τεκμηριωθεί ότι περιλαμβάνουν πολλαπλούς συγγραφείς. Χρονολογούνται από την εποχή του Ιπποκράτη μέχρι και αιώνες μετά, και παρότι φαίνεται όλα να έχουν λάβει έμπνευση από τις απόψεις του Ιπποκράτη, ανά σημεία περιλαμβάνουν από διαφορετικές μέχρι και αντιφατικές οπτικές μεταξύ τους.

Για παράδειγμα, το ευρέως θεωρούμενο ως το πλέον ενδιαφέρον παράρτημα της Συλλογής, η πραγματεία «Περὶ Ἀρχαίας Ἰατρικῆς», μπορεί να διαχωριστεί ώστε να περιλαμβάνει 4 διαφορετικές κατηγορίες κειμένων, οι οποίες διαδοχικά:

  • υποστηρίζουν μια ολιστική αντιμετώπιση αυτοΐασης του ασθενή,
  • υιοθετούν πιο παρεμβατικές πρακτικές όπως η κένωση αλλά και τη θεραπεία των αντιθέτων,
  • υποστηρίζουν την κατηγοριοποίηση των αιτιών των ασθενειών μαζί με τις θεραπείες τους, ξανά μέσω της υπόθεσης των αντιθέτων, και στο μεγαλύτερο βαθμό αγνοώντας την ολιστική εικόνα και την αυτοΐαση,
  • και τέλος ασκούν κριτική στην τρίτη ενότητα, υποστηρίζοντας στην θέση της την πρώτη.

Σε γενικές γραμμές, όπως δείχνει η ανασκόπηση βιβλιογραφίας των Kleisiaris et al. (2014) επί των Ιπποκρατικών ιδεωδών για την υγεία, μια από τις βασικές αρχές τους ήταν το ρητό «νοῦς ὑγιής ἐν σώματι ὑγιεῖ»: αναγνωριζόταν η θεραπευτική αξία των ψυχολογικών παραγόντων, αλλά το ίδιο και η διατροφή, η άσκηση, η φαρμακευτική αγωγή, οι οποίοι παράγοντες θεωρούνταν αλληλένδετοι με την ψυχική υγεία. Δεν καταγράφεται κάπου η πρωτοκαθεδρία της ψυχικής υγείας στην εμφάνιση των ασθενειών, όπως γράφει το άρθρο.

Επίσης, το ρητό που το άρθρο αποδίδει στον Ιπποκράτη, «Ψυχής γαρ όργανον το σώμα», στην πραγματικότητα γράφτηκε από τον Πλούταρχο (Ἠθικὰ 163e), ο οποίος παραφράζει τον σοφό Ανάχαρση.

Σε κάθε περίπτωση, η επίκληση στην αυθεντία του Ιπποκράτη που επιχειρεί το άρθρο δεν είναι έγκυρη.

Η Ιπποκράτης όντως πρόσφερε πολλά στην εξέλιξη της ιατρικής, μεταξύ άλλων με την απομάκρυνση από τις δεισιδαιμονίες χάριν των φυσικών εξηγήσεων επί της υγείας, και την ιατρική ηθική που πρέσβευε ο Όρκος του. Ωστόσο, πολυάριθμες ιδέες που παρουσιάζονται στα έργα της Συλλογής που προαναφέραμε, γνωρίζουμε πλέον ότι είναι εσφαλμένες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η θεμελιώδης θεώρηση της υγείας μέσα από την αλληλεπίδραση των υποτιθέμενων Χυμών (Humorism), που στην πραγματικότητα δεν υφίστανται καθόλου.

Μάλιστα, σύμφωνα με τον Καθηγητή Ιστορίας David Wooton, όπως αυτός αναλύει στο βιβλίο του «Bad Medicine», ιπποκρατικές αρχές και θεραπείες που θεωρούνταν η δεδομένη επιλογή των γιατρών μέχρι και τα μέσα του 19ου αιώνα, συχνά προκαλούσαν περισσότερο κακό από καλό, και αποπροσανατόλισαν την ιατρική κοινότητα από τις ορθές πρακτικές, που με τα σύγχρονα μέσα μπορούμε πλέον να τεκμηριώσουμε (όπως ο ρόλος των μικροβίων, τα οποία στα χρόνια του Ιπποκράτη ήταν τελείως άγνωστα).

Συνηθισμένες ιπποκρατικές θεραπείες που σχεδόν ποτέ δεν συνέδραμαν θετικά, ενώ κατά κανόνα δρούσαν αρνητικά, ήταν η αφαίμαξη (αφαίρεση αίματος) και η πρόκληση διάρροιας ή εμετού, με σκοπό την θεωρούμενη «ισορροπία των Χυμών» στο σώμα του ασθενή.

Συμπερασματικά, ο Ιπποκράτης ούτε υποστήριζε την πρωτοκαθεδρία της ψυχικής υγείας στην εμφάνιση των ασθενειών, ούτε αποτελούσε αυθεντία της τεκμηριωμένης ιατρικής ώστε οι ιδέες που όντως πρέσβευε να αποκτούν αυτόματα κύρος.


Το άρθρο συνεχίζει ως εξής:

Είναι τραγικό σήμερα να μην γνωρίζουμε καν την τεράστια δύναμη της ψυχικής μας κατάστασης αλλά και των σκέψεων που προέρχονται από αυτήν, και πως ακριβώς λειτουργεί όλο αυτό και επηρεάζει το σώμα μας. Μόνο τα τελευταία χρόνια η σύγχρονη ιατρική άρχισε να μελετά και να αποδέχεται την επίδραση των σκέψεων στην υγεία μας.

Έχει αποδειχθεί πλέον ότι ανάλογα με τον τύπο των σκέψεων μας ο εγκέφαλος μας κάνει και ανάλογες συνάψεις, στέλνοντας τα ανάλογα μηνύματα-εντολές στα κύτταρα μας.

Για παράδειγμα σε έναν άνθρωπο που είναι μόνιμα δυστυχισμένος ή καταθλιπτικός το σώμα του βρίσκεται σε συνεχή άμυνα με αποτέλεσμα να επιτίθεται στα ίδια του τα κύτταρα.
Τα λεγόμενα αυτοάνοσα νοσήματα είναι δημιουργίες του ίδιου του σώματος που προσπαθεί να καταπολεμήσει την δυστυχία του εαυτού του.

[…]

Ο άλλος μεγάλος “ένοχος” το άγχος, μας επηρεάζει αρνητικά προκαλώντας υπερβολική έκκριση κορτιζόλης στον εγκέφαλο με αποτέλεσμα να έχουμε μόνιμο αίσθημα της ανασφάλειας, και την πεποίθηση ότι τίποτα δεν θα πάει καλά.

Και φυσικά, δεν πάει εφόσον οι ίδιοι βάζουμε σε άμεση εφαρμογή το καταστροφικό, απόλυτα δικό μας δημιούργημα, που ονομάσαμε “ο νόμος του Μέρφι”. Για να εκδηλωθεί όμως ένα νόσημα αυτοάνοσο ή μη, χρειάζεται ένα ισχυρό υπόβαθρο.


Συνήθως οι άνθρωποι που εκδηλώνουν χρόνια νοσήματα φέρουν πολύ ισχυρά ψυχικά τραύματα που πολλές φορές (αλλά όχι πάντα) δεν τα θυμούνται καν. Υπάρχουν μέσα στον υποσυνείδητο νου ενώ ο συνειδητός έχει μπλοκάρει την συγκεκριμένη μνήμη.

Επίσης αιτία εκδήλωσης της νόσου μπορεί να είναι ένα πολύ ισχυρό συναισθηματικό σοκ, ή ένα έντονα αρνητικό συναίσθημα και σ’αυτές τις περιπτώσεις το νόσημα εμφανίζεται άμεσα.

[…]

Σήμερα υπάρχουν ομάδες σε μεγάλα πανεπιστήμια ανά τον κόσμο που μελετούν όλο αυτό το κομμάτι. Και όποιος ανατρέξει σε αξιόπιστα ιατρικά περιοδικά του εξωτερικού βρίσκει δημοσιευμένα αποτελέσματα που αποδεικνύουν ακριβώς αυτό. Ότι όλες τις ασθένειες εμείς τις δημιουργούμε, γιατί με κάποιο τρόπο χρειάζεται να αποφορτιστούμε από όλον αυτό τον αρνητισμό που κουβαλάμε μέσα μας. Οπότε σωματοποιούμε το πρόβλημα και το κάνουμε ασθένεια.

Το άρθρο αναφέρεται με τη σειρά πρώτα στα αυτοάνοσα νοσήματα, έπειτα στις χρόνιες παθήσεις, και τέλος σε όλες τις ασθένειες γενικά. Παρουσιάζει την εικόνα ότι όλες οι παθήσεις είναι ουσιαστικά το ίδιο, η σωματοποίηση των ψυχολογικών προβλημάτων, και δεν διαφοροποιούνται ουσιαστικά.

Εικόνα που είναι αυθαίρετη και αναληθής, καθώς η κάθε κατηγορία περιλαμβάνει μια αχανή λίστα παθήσεων (εδώ σε αλφαβητική σειρά), οι οποίες συχνά παράγονται από και αλληλεπιδρούν με πολύ διαφορετικούς σωματικούς μηχανισμούς.

Η πιο ακραία θέση του κειμένου, ότι όλες οι ασθένειες αποτελούν απλά τη σωματοποίηση των ψυχολογικών προβλημάτων μας, καταρρίπτεται πολύ απλά: 31 επιλεγμένες μολυσματικές παθήσεις, που δηλαδή οφείλονται καθαρά στα μικρόβια, στοίχισαν περίπου 1,4 εκατομμύρια έτη ζωής μόνο σε ασθενείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2011 (48222 θάνατοι).

Το πραγματικό ερώτημα όμως είναι: ποιος ο ρόλος της ψυχολογικής μας κατάστασης στις μη μολυσματικές παθήσεις, δηλαδή στις χρόνιες και αυτοάνοσες;

Τα πιο χαρακτηριστικά ευρήματα σε αυτόν τον τομέα έχουν προέλθει από έρευνες στην εμφάνιση παθήσεων ενηλίκων, οι οποίοι είχαν υποβληθεί σε κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία. Αυτή η κακοποίηση συχνά αναφέρεται ως Adverse Childhood Experiences (ACE), και περιλαμβάνει κατηγορίες όπως σωματική, ψυχολογική, λεκτική ή σεξουαλική βία, κατάχρηση ουσιών στο σπίτι, διαζύγιο κα.

Την πιο πρόσφατη και εκτενή ανασκόπηση βιβλιογραφίας αναφορικά με την σχέση των πολλαπλών ACE και της μετέπειτα σωματικής υγείας, έχουν διενεργήσει οι Bellis et al. (2017).

Η έρευνα αυτή συνιστά έναν από τους καταλληλότερους τρόπους να ελέγξουμε το κατά πόσο η μακροπρόθεσμη βαριά επιβαρυμένη ψυχική υγεία μπορεί να επηρεάσει την σωματική, καθώς, όπως βρήκαν οι ερευνητές κατά την εξέταση των ατόμων ως ενήλικες, όσοι είχαν ζήσει περισσότερες από 4 κατηγορίες ACE, κατά μέσο όρο ήταν 4,4 φορές πιθανότερο να εμφανίζουν κατάθλιψη, 7,5 φορές πιθανότερο να έχουν γίνει θύματα βίας, και 30 φορές πιθανότερο να έχουν επιχειρήσει να αυτοκτονήσουν, σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό.

Αυτά τα άτομα λοιπόν ήταν όντως πιθανότερο να εμφανίζουν και χρόνιες παθήσεις:

  • διαβήτη κατά 52%,
  • καρδιαγγειακή νόσο κατά 107%,
  • καρκίνο κατά 130%,
  • νόσους του ήπατος ή της χώνευσης κατά 176% και
  • αναπνευστικές ασθένειες κατά 305%.

Σε αυτό το σημείο να σημειώσουμε πως, παρότι έχουν παρουσιαστεί βιολογικά μοντέλα που θα μπορούσαν να συνδέουν τα δυο φαινόμενα μέσω άμεσων βιολογικών διεργασιών (ενδεικτικές πηγές: 1, 2, 3), ο ρόλος τους δεν έχει τεκμηριωθεί ακόμη απόλυτα, σε αντίθεση με εξωτερικούς παράγοντες που γνωρίζουμε ότι εξηγούν τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του φαινομένου.

Τα άτομα που αναφέραμε λοιπόν, σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό, ήταν επίσης πιθανότερο να εμφανίζουν (προσεγγιστικά, καθώς τα δείγματα για την κάθε περίπτωση δεν ταυτίζονται απόλυτα):

  • σωματική αδράνεια κατά 25%,
  • υπερβολικό βάρος ή παχυσαρκία κατά 39%,
  • βαριά χρήση αλκοόλ κατά 120%,
  • κάπνισμα κατά 182%,
  • χρήση παράνομων ναρκωτικών κατά 462%,
  • προβληματική χρήση αλκοόλ κατά 484%,
  • προβληματική χρήση ναρκωτικών κατά 922%.

Ενδεικτικά για τις επιδράσεις των παραπάνω συνηθειών:

Όπως βρήκαν οι Rich-Edwards et al. (2011) από δείγμα 67853 γυναικών, η αύξηση του Δείκτη Μάζας Σώματός τους (αναλογία βάρους και ύψους), μπορούσε να εξηγήσει το 60% της αύξησης του ρίσκου για διαβήτη που διαγνώστηκε σε όσες είχαν κακοποιηθεί πριν την ενηλικίωση.

Σύμφωνα με την ποιοτικότερη πρόσφατη μελέτη για τη σχέση του υπερβολικού βάρους και της εμφάνισης καρδιαγγειακού νοσήματος, οι υπέρβαροι αντιμετώπιζαν 26% μεγαλύτερο ρίσκο, οι παχύσαρκοι 80%, και οι εξαιρετικά παχύσαρκοι 162%.

Όπως σημειώνει το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ, το αλκοόλ αυξάνει τον κίνδυνο για πολλαπλά είδη καρκίνων, με την βαριά χρήση του για παράδειγμα, να συσχετίζεται με διπλάσιο ρίσκο εμφάνισης καρκίνου του ήπατος.

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη σειρά μεταναλύσεων, το κάπνισμα αυξάνει το ρίσκο εμφάνισης της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (COPD) περισσότερες από 4, και του καρκίνου του πνεύμονα περισσότερες από 10 φορές.

Συνολικά, η καθεμιά εκ των παραπάνω συμπεριφορών αυξάνουν το ρίσκο εμφάνισης των περισσότερων εκ των παθήσεων που αναφέραμε, και συνδυαστικά αυξάνουν σοβαρά το ρίσκο για όλες τις παθήσεις.

Ταυτόχρονα, η ετερογένεια, και οι ελλείψεις στην ακρίβεια και ποιότητα των μελετών δεν μας επιτρέπουν ακόμα να υπολογίσουμε ακριβώς το κατά πόσο η αύξηση του ρίσκου οφείλεται στις εξωτερικές συμπεριφορές και κατά πόσο θα μπορούσε να οφείλεται στις άμεσες βιολογικές επιδράσεις της επιβαρυμένης ψυχικής υγείας (ενδεικτικά, συχνά οι μελέτες δεν διαχωρίζουν τους καπνιστές σε περιστασιακούς και συχνούς, ή δεν λαμβάνουν υπόψη παράγοντες όπως ένα μεγάλο μέρος της επίδρασης της διατροφής -π.χ. το επεξεργασμένο κρέας μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο του καρκίνου του παχέος εντέρου, χωρίς να αυξήσει αντίστοιχα το βάρος). Να σημειώσουμε επίσης ότι στα παραπάνω δεν λήφθηκε υπόψη το ιστορικό εμφάνισης ασθενειών στην οικογένεια, κάτι που θα εξετάσουμε παρακάτω.

Επιπλέον, τα παραπάνω αφορούσαν κάποιες από τις πιο βαριές και μακροπρόθεσμες τραυματικές περιπτώσεις, και όχι αυτές που αφορούν το κοινό στρες. Έτσι για παράδειγμα, ο οργανισμός Έρευνας Καρκίνου του Ηνωμένου Βασιλείου, κατά την ανασκόπησή βιβλιογραφίας του to 2018 για την σχέση του καρκίνου και του στρες, κατέληξε ότι:

«Οι αποδείξεις μας λένε ότι το ίδιο το στρες δεν προκαλεί καρκίνο. Αλλά οι στρεσογόνες συνθήκες μπορούν να μας οδηγήσουν στην ανάπτυξη ανθυγιεινών συνηθειών, όπως το κάπνισμα, η υπερφαγία ή η βαριά κατανάλωση αλκοόλ. Ξέρουμε ότι αυτά τα πράγματα μπορούν να οδηγήσουν στον καρκίνο, οπότε με αυτόν τον τρόπο, το στρες θα μπορούσε έμμεσα να αυξήσει το ρίσκο σας για την εμφάνιση καρκίνου.»

Την μεγάλη εικόνα για τους καθοριστικούς παράγοντες των χρόνιων ασθενειών παρουσιάζουν στην ανασκόπηση βιβλιογραφίας τους οι Egger et al. (2014), που καταγράφουν 11 κατηγορίες τέτοιων παραγόντων, με τα «στρες, άγχος και κατάθλιψη» να αποτελούν μόνο μία εξ’ αυτών, και να εντοπίζουν αποδείξεις για τον ρόλο τους μόνο σε 4 από τα 10 είδη χρόνιων παθήσεων (καρδιαγγειακές, ενδοκρινικές, γαστρεντερικές και αναπαραγωγικές).

Όσον αφορά ειδικά τα αυτοάνοσα νοσήματα, η κατανόησή μας για τα βαθύτερα αίτιά τους, καθώς και η σύνδεσή τους με την ψυχική υγεία είναι αρκετά λιγότερο τεκμηριωμένη, ωστόσο τα μέχρι τώρα δεδομένα υποστηρίζουν μια παρόμοια εικόνα με αυτή των υπόλοιπων χρόνιων παθήσεων.

Η μόνη μελέτη για την επίπτωση των ACE στην εμφάνιση των αυτοάνοσων, βρήκε ότι όσοι είχαν εκτεθεί σε περισσότερα από 3, αντιμετώπιζαν μια αύξηση ρίσκου κατά μέσο όρο 93%, ένα αποτέλεσμα που οι ερευνητές χαρακτήρισαν «συνεπές με τις πρόσφατες βιολογικές μελέτες για την αντίκτυπο του στρες κατά την παιδική ηλικία στις μετέπειτα φλεγμονώδεις αντιδράσεις».

Κατά την ανασκόπηση βιβλιογραφίας της, η Stojanovich (2009) κατέληξε ότι ενώ υπάρχουν μελέτες που θα μπορούσαν να καταγράφουν μια τέτοια αιτιολογική σύνδεση και να εξηγούν τον μηχανισμό λειτουργίας της, οι σχετικές αποδείξεις ήταν περιστασιακές, και αυτή η σύνδεση παρέμενε αμφισβητήσιμη στην ερευνητική κοινότητα.

Μια από τις πιο ισχυρές ενδείξεις για αυτήν την σύνδεση καταγράφηκε από τους O’ Donovan et al. (2015), που εξέτασαν 666269 βετεράνους πολέμου, και βρήκαν διπλάσιο ρίσκο εμφάνισης αυτοάνοσων σε όσους διαγιγνώστηκαν με μετατραυματικό στρες, σε σχέση με όσους δεν παρουσίαζαν καμιά ψυχιατρική πάθηση (και 51% αυξημένο ρίσκο με όσους διαγιγνώστηκαν με άλλες ψυχιατρικές παθήσεις).

Ο διεθνώς αναγνωρισμένος καθηγητής Παθολογίας – Ανοσολογίας ΕΚΠΑ και διευθυντής της Κλινικής Παθολογικής Φυσιολογίας του Λαϊκού Νοσοκομείου, Αθανάσιος Τζιούφας, σε πρόσφατη συνέντευξή του δήλωσε:

«Η στενοχώρια είναι συμπαράγοντας. Οι ασθενείς με αυτοάνοσο νόσημα αναφέρουν σε πολύ υψηλό ποσοστό σοβαρό ψυχοτραυματικό γεγονός τους προηγούμενους μήνες. Αλλά για να καθησυχάσουμε τους αναγνώστες, θα πρέπει να το διαχωρίσουμε από το απλό καθημερινό άγχος. Αναφερόμαστε σε βαθιά στενοχώρια, την οποία μπορεί να προκαλούν γεγονότα όπως ο θάνατος αγαπημένου προσώπου, μια οικονομική καταστροφή, ένας χωρισμός

Συνολικά και συνοπτικά, η σε βάθος χρόνου επιβαρυμένη ψυχική υγεία φαίνεται να μπορεί να αυξήσει το ρίσκο για ορισμένες χρόνιες παθήσεις ή να πυροδοτήσει την εμφάνιση ορισμένων αυτοάνοσων νοσημάτων (δεν ισχύει για ολόκληρο το σύνολο των ασθενειών), αλλά αποτελεί μόνο έναν από τους πολυάριθμους συμπαράγοντες αύξησης του ρίσκου, όχι τον μοναδικό όπως παρουσιάζει το άρθρο. Επίσης, ο ισχυρισμός ότι «όλες τις ασθένειες εμείς τις δημιουργούμε για να αποφορτιστούμε από τον αρνητισμό», στερείται πλήρους κατανόησης των βιολογικών αρχών πρόκλησης των ασθενειών.


Το άρθρο αναφέρει επίσης:

Μη γνωρίζοντας μέχρι σήμερα το γιατί γίνεται αυτό, το είχαν αποδώσει σε κληρονομικούς παράγοντες ή σε άγχος. Που βέβαια αυτό που “κληρονομείται” από τον ασθενή γονέα είναι το ψυχικό του πρόβλημα πού πολύ εύκολα μπορεί να “εναποθέσει” στο παιδί του.

Τα παιδιά είναι πάντα ο εύκολος στόχος για έναν προβληματικό γονέα. Γιατί είναι πάντα ανοιχτά σε εκείνον και του έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη, με αποτέλεσμα εκείνος να ξεφορτώνει πάνω τους όλα του τα ψυχολογικά προβλήματα, τις ανασφάλειες και την δυστυχία του, με αποτέλεσμα τα παιδιά να αναπτύσσουν ακριβώς το ίδιο μοτίβο. Και αυτό το ονομάζουμε κληρονομικότητα……

Κληρονομικότητα (heredity) ονομάζεται η μεταβίβαση γενετικών χαρακτηριστικών από τους προγόνους στους απογόνους τους, ενώ κληρονομισιμότητα (heritability) ονομάζεται το μέγεθος της διακύμανσης ενός χαρακτηριστικού σε έναν πληθυσμό λόγω της γενετικής ποικιλίας αυτού του πληθυσμού.

Οι σύγχρονες μέθοδοι υπολογισμού της κληρονομησιμότητας της εκάστοτε πάθησης, είναι σε θέση να διαχωρίσουν τους γενετικούς, τους κοινούς περιβαλλοντικούς, καθώς και τους μη κοινούς περιβαλλοντικούς παράγοντες στους οποίους μπορεί να οφείλεται η πάθηση.

Αυτό γίνεται εφικτό μέσα από την εξέταση πολυάριθμων ζευγαριών μονοζυγωτικών και διζυγωτικών διδύμων: ενώ το κάθε ζευγάρι μεγάλωσε μαζί, τα μονοζυγωτικά αδέρφια μοιράζονται πρακτικά το 100% των γονιδίων τους, ενώ τα διζυγωτικά το 50%. Οι επιστήμονες έπειτα είναι σε θέση να εξετάσουν τα στατιστικά εμφάνισης της εκάστοτε ασθένειας σε κάθε κατηγορία διδύμων, και να εκτιμήσουν την επιρροή της κάθε κατηγορίας παραγόντων (γενετικοί, κοινοί και μη κοινοί περιβαλλοντικοί) στην εμφάνιση της ασθένειας σε αυτόν τον πληθυσμό. [Πηγή]

Συνεπώς, ο ορισμός της κληρονομικότητας που δίνει το κείμενο ως απλά «τα ψυχικά προβλήματα που ο γονιός ‘εναποθέτει’ στο παιδί του», δηλαδή μέσω της διαπροσωπικής σχέσης τους, είναι αναληθής.

Να σημειώσουμε επίσης, ότι στην περίπτωση που ένα παιδί παρουσιάσει την ίδια ψυχική διαταραχή με τον γονιό του, το μερίδιο της ευθύνης που αφορά την διαπροσωπική τους σχέση δεν μπορεί να υπολογιστεί απλά, καθώς σε όλες αυτές τις παθήσεις έχει διαπιστωθεί ένας βαθμός (καθαρά γενετικής) κληρονομικότητας. Για παράδειγμα, η κληρονομησιμότητα της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής υπολογίζεται περίπου στο 32%, ενώ της μείζονας καταθλιπτικής διαταραχής περίπου στο 37% (τα στατικά αναφέρονται στο μέσο όρο, όχι σε μεμονωμένες περιπτώσεις).

Να πούμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες πρόκλησης μια πάθησης δεν αναφέρονται μόνο σε κοινωνικές επιρροές, αλλά και σε διατροφικούς ή βιολογικούς παράγοντες.

Ένα παράδειγμα συνιστούν οι επιγενετικές επιρροές που καθορίζουν την εξέφραση των γονιδίων. Έτσι, ακόμα και αν δύο δίδυμα που μοιράζονται κατά 100% τα γονίδιά τους, δέχονται ολόιδιες περιβαλλοντικές επιρροές από την γέννησή τους και μετά, είναι δυνατόν να διαφέρουν, καθώς το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονταν πριν την κύηση του καθενός τους, μπορεί να είναι διαφορετικό. Επιπλέον, αυτή η διαφορά στην εξέφραση των γονιδίων τους μεταβάλλεται στο πέρασμα του χρόνου, το οποίο φαινόμενο οδηγεί σε ακόμα πιο απρόβλεπτες διαφορές μεταξύ τους.

Συνολικά, ο ακριβής διαχωρισμός των περιβαλλοντικών επιρροών σε υποκατηγορίες είναι δύσκολος.

Για να εξετάσουμε το κατά πόσο η κληρονομικότητα αυξάνει το ρίσκο εμφάνισης χρόνιων παθήσεων σε σχέση με την επιρροή του κοινού περιβάλλοντος των διδύμων (που περιλαμβάνει τις οικογενειακές σχέσεις τους μέχρι τις ενηλικίωση αλλά δεν περιορίζεται σε αυτές), μπορούμε να ερευνήσουμε το τι συμβαίνει σε κάποιες από τις συχνότερες παθήσεις:

Όσον αφορά τον καρκίνο, η πιο πρόσφατη και εκτενής μελέτη είναι των Mucci et al. (2016), οι οποίοι εξέτασαν 203691 ζευγάρια διδύμων, και βρήκαν ισχυρές αποδείξεις για την κληρονομικότητα 20 εκ των 23 καρκίνων, με συνολική κληρονομησιμότητα στο 33%. Όσον αφορά τις κατηγορίες που παρουσίαζαν επαρκές δείγμα για την εξαγωγή συμπερασμάτων, ο ρόλος του κοινού περιβάλλοντος στις περίπου μισές απ’ αυτές βρέθηκε μηδενικός, και στις υπόλοιπες κυμαινόταν από 6-26%, συχνότερα μικρότερος απ’ αυτόν της κληρονομησιμότητας. Στην συνολική εμφάνιση του καρκίνου, ο ρόλος του κοινού περιβάλλοντος δεν μπόρεσε να διαχωριστεί με στατιστική βεβαιότητα από το μηδέν.

Όσον αφορά τον διαβήτη τύπου 2, η εκτενέστερη πρόσφατη μετανάλυση δημοσιεύτηκε από τους Willemsen et al. (2015), οι οποίοι εξέτασαν 34166 ζευγάρια διδύμων και υπολόγισαν την κληρονομησιμότητα της πάθησης στο 72%, με τον ρόλο του κοινού περιβάλλοντος να εντοπίζεται με αβεβαιότητα μόνο στις μελέτες με τα μικρότερα δείγματα, και να αμφισβητείται.

Όσον αφορά την θυρεοειδίτιδα, οι Brix et al. (2011) στην ανασκόπηση βιβλιογραφίας τους, υπολογίζουν ότι οι γενετικοί παράγοντες ευθύνονται κατά περίπου 75% για την εμφάνιση της πάθησης, με τους μη γενετικούς να ευθύνονται για το υπόλοιπο ποσοστό, με υπάρχουσα τεκμηρίωση για τον ρόλο μη κοινών περιβαλλοντικών παραγόντων, όπως του καπνίσματος. Ο ρόλος των κοινών περιβαλλοντικών παραγόντων ξανά δεν μπόρεσε να εντοπιστεί με στατιστική βεβαιότητα.

Συνολικά, στην μεγάλη εικόνα της εμφάνισης των χρόνιων παθήσεων, οι παράγοντες κοινής περιβαλλοντικής έκθεσης, που μόνο μέρος των οποίων αποτελούν οι διαπροσωπικές σχέσεις με τους γονείς, γενικά παίζουν μικρό ρόλο.


Το άρθρο αναφέρει ακόμα:

Κάθε αρνητική σκέψη ρίχνει το βιομαγνητικό-ηλεκτρικό φορτίο του κυττάρου κάτω από τα 50 μιλιβόλτ, με άριστο τα 85 με 100. Αν μείνει έτσι κάποιες μέρες γίνεται νόσος ενώ αν συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω συνεχόμενων αρνητικών αισθημάτων και αρνητικών σκέψεων και διάθεσης, μετατρέπεται σε χρόνιο νόσημα.

Ο ισχυρισμός παρουσιάζει ψήγματα αλήθειας: όπως σημειώνει ο Levin (2014) στην ανασκόπηση βιβλιογραφίας του, ο βιοηλεκτρισμός των κυττάρων μας εμπλέκεται σε λειτουργίες τους που οδηγούν στην αναγέννηση, την εξέλιξη ή την εμφάνιση καρκίνου σε αυτά.

Όμως, δεν υπάρχει «άριστη τιμή ηλεκτρικού δυναμικού του κυττάρου». Το ηλεκτρικό δυναμικό των κυτταρικών μεμβρανών κυμαίνεται από περίπου -40 μέχρι -80 μίλιβολτ, με κάθε σημαντική αυξομείωση να χρησιμεύει στην «επικοινωνία» μεταξύ των κυττάρων. Όταν τα κύτταρα μένουν «στάσιμα», το δυναμικό τους ισορροπεί περίπου στα -70 μίλιβολτ. [Πηγή]

Επίσης, δεν καταφέραμε να βρούμε καμιά τεκμηρίωση στην βιβλιογραφία για «άμεση επίδραση των αρνητικών σκέψεων στο ηλεκτρικό φορτίο των κυττάρων».


Το θετικό και πολύ ελπιδοφόρο είναι ότι αρχίζουν σιγά σιγά να βγαίνουν νέοι γιατροί με ανοιχτά μυαλά, (γιατί είναι απαραίτητη προϋπόθεση να έχουν ανοιχτά μυαλά για μπορέσουν να ξεφύγουν από τον ιατρικό δογματισμό), που αντιμετωπίζουν πλέον τον ασθενή ολιστικά συνδυάζοντας την κλασσική ιατρική με της εναλλακτικές θεραπείες.

Σήμερα πάρα πολλά νοσοκομεία της Γερμανίας έχουν επίσημα ηχοθεραπευτές που ασκούν την μέθοδο Peter Hess με εξαιρετικά αποτελέσματα σε ανθρώπους με εγκεφαλικά, σκλήρυνση κατά πλάκας, μυοσκελετικά προβλήματα, ανθρώπους με εγκεφαλική παράλυση και ένα σωρό άλλα.

Όπως επίσης αρκετά νοσοκομεία επιτρέπουν σε ενεργειακούς ψυχολόγους και θεραπευτές να έρχονται και να εφαρμόζουν τις τεχνικές τους σε ασθενείς μέσα στο νοσοκομείο.


Θα τολμήσω να πω ότι είναι στο χέρι μας να μην νοσούμε πια, αρκεί να δούμε την αλήθεια κατάματα δίχως να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας.
Ότι δημιουργούμε μπορούμε και να το αναστείλουμε.
Μπορεί να ακούγεται περίπλοκο αλλά στην πραγματικότητα είναι απλό και μεγαλειώδες. Όσοι το έχουν κάνει δεν είναι υπεράνθρωποι, είναι απλοί άνθρωποι που αποφάσισαν συνειδητά να μην νιώθουν και να μην είναι πια άρρωστοι.

Καταρχάς, να σημειώσουμε ότι δεν υφίσταται διαχωρισμός της ιατρικής σε «εναλλακτική» και «κλασική»: μόλις μια θεραπεία πιστοποιηθεί ότι παρουσιάζει αποτελέσματα, αποτελεί πλέον μέρος της ιατρικής επιστήμης. «Εναλλακτικές» ονομάζονται οι υποτιθέμενες θεραπείες που δεν έχουν καταφέρει να παρουσιάσουν ισχυρές αποδείξεις της αποτελεσματικότητάς τους, σε αντίθεση με αυτές της ιατρικής.

Όσον αφορά την «μέθοδο ηχοθεραπείας του Peter Hess», παρατηρούμε την επιβεβαίωση της παραπάνω παραγράφου: δεν καταφέραμε να βρούμε καμιά αναφορά στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά με την αποτελεσματικότητά της. Ωστόσο, οι αναφορές που κάνει η σχετική ιστοσελίδα σε «αύρα» και «τσάκρα», παραπέμπουν άμεσα σε ψευδοεπιστήμη. Αντίστοιχα, δεν καταφέραμε να βρούμε αναφορές ούτε για την συνδρομή «ενεργειακών θεραπευτών» σε πιστοποιημένα νοσοκομεία, η οποία εφόσον συνέβαινε και είχε αποδώσει τεκμηριωμένα αποτελέσματα, αναμενόμενα θα είχε εκπλήξει την ερευνητική κοινότητα και θα είχε οδηγήσει σε πολλαπλά δημοσιεύματα.

Πάντως, τα τελευταία χρόνια όντως έχει αρχίσει να ερευνάται η ιατρική χρησιμότητα της ευρύτερης κατηγορίας των πρακτικών ενσυνειδητότητας (mindfullness), όπως είναι ο διαλογισμός και η γιόγκα (να σημειωθεί ότι η τελευταία περιλαμβάνει και σωματική άσκηση, η οποία έχει διαπιστωθεί ότι βοηθά ανεξάρτητα την ψυχική υγεία).

Όσον αφορά την αποτελεσματικότητα αυτών των πρακτικών σε άτομα με καρδιαγγειακές παθήσεις, στην ανασκόπησή τους οι Scott-Sheldon et al. (2019) εξέτασαν 1476 άτομα, και σε άμεσο χρόνο μετά τις πρακτικές, κατέγραψαν συγκριτική βελτίωση στη ψυχική υγεία (π.χ. κατάθλιψη, άγχος) και σε έναν από τους δύο δείκτες πίεσης αίματος. Ωστόσο, σημείωσαν ότι οι μελέτες δεν ήταν αρκετές για να κρίνουν την επίδραση αυτών των πρακτικών στην κλινική πορεία της ασθένειας σε βάθος χρόνου, ενώ και οι 5 μελέτες που εξέτασαν τους ασθενείς σε μια μετέπειτα φάση από την εφαρμογή των πρακτικών, δεν βρήκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές ούτε στην ψυχική ούτε στη σωματική υγεία.

Οι Ngamkham et al. (2019) δημοσίευσαν την πιο πρόσφατη ανασκόπηση αναφορικά με την αποτελεσματικότητα τέτοιων πρακτικών σχετικά με την αντιμετώπιση του πόνου που προξενεί ο καρκίνος. Συμπερασματικά, αναφέρουν ότι οι προκαταρκτικές αποδείξεις υποστηρίζουν ότι τέτοιες πρακτικές μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του πόνου, του άγχους και της κατάθλιψης, ωστόσο, δεν υπάρχουν ακόμα αρκετά ισχυρές αποδείξεις ώστε να προταθούν ως βασική υποστηρικτική μέθοδος. Παράλληλα, ο οργανισμός Έρευνας Καρκίνου του Ηνωμένου Βασιλείου, αφού επαναλάβει αντίστοιχα συμπεράσματα, αναφέρει πως «δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο διαλογισμός μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη, αντιμετώπιση ή θεραπεία του καρκίνου, ή οποιασδήποτε άλλης πάθησης».

Όσον αφορά τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, οι DiRenzo et al. (2018) εντόπισαν 4 μελέτες με 339 συμμετέχοντες, με ετερογενή μεταξύ τους συμπεράσματα, τόσο στη ψυχική όσο και στη σωματική υγεία. Χαρακτήρισαν τα στοιχεία περιορισμένα και χαμηλής ποιότητας όσον αφορά την βελτίωση της ψυχικής υγείας, και ανεπαρκή για την αντιμετώπιση της ασθένειας και του πόνου που αυτή προξενεί.

Αντίστοιχα, οι Ewais et al. (2019) στην ανασκόπησή τους για την αντιμετώπιση της γιόγκα στην φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, κατέγραψαν βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες βελτιώσεις στο στρες, στην κατάθλιψη, και στην αντιλαμβανόμενη ποιότητα ζωής, αλλά αντιφατικά και μη στατιστικώς σημαντικά αποτελέσματα στην κλινική βελτίωση της ασθένειας.

Τέλος, όπως σημειώνει και η συνολική ανασκόπηση του θέματος από τους Greeson et al. (2019), η βελτίωση της ψυχικής υγείας των ασθενών και η αντιμετώπιση ορισμένων συμπτωμάτων των παθήσεων τους μέσω τέτοιων πρακτικών, είναι αρκετά καλά τεκμηριωμένη. Ωστόσο, οι αναφερόμενες βελτιώσεις αντικειμενικών χαρακτηριστικών της ίδιας της πάθησης, είτε δεν είναι στατιστικά σημαντικές, είτε είναι ελάχιστες και αναμένουν επαλήθευση από νέες μελέτες.

Η δική μας σύνοψη από τα μέχρι τώρα δεδομένα, είναι ότι οι πρακτικές ενσυνειδητότητας δεν αποκλείεται να μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση ορισμένων παθήσεων σε βάθος χρόνου, αλλά σε μια μερίδα ασθενών, κάποιες φορές, και μέχρι ενός βαθμού. Πάντως, η υπόθεση ότι «μπορούμε να αναστείλουμε την οποιαδήποτε πάθηση με την πνευματική μας δύναμη και μόνο», σίγουρα δεν υποστηρίζεται από τα δεδομένα.

Είναι απόφοιτος του Τμήματος Πληροφορικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης (ΕΣΗΕΜ-Θ). Κατά την πανδημία της COVID-19, εστίασε στην έρευνα της ψευδοεπιστημονικής παραπληροφόρησης.