Ποιοι είμαστε
Αρχική Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC): Ερωτήσεις και απαντήσεις για την COVID-19 σε παιδιά ηλικίας 0-18 και το ρόλο των σχολικών μονάδων στη μεταδοτικότητα της νόσουΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC): Ερωτήσεις και απαντήσεις για την COVID-19 σε παιδιά ηλικίας 0-18 και το ρόλο των σχολικών μονάδων στη μεταδοτικότητα της νόσου

24 Σεπ
2020

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 4 έτη.

Το παρόν άρθρο αποτελεί μετάφραση του κειμένου που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης κι Ελέγχου Νόσων (ECDC) κι όχι του ΕΟΔΥ (Το κείμενο μεταφράστηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2020).

1. Πόσο πιθανό είναι τα παιδιά να κολλήσουν και να μεταδώσουν τον ιό στις σχολικές μονάδες;

Η μαζική εμφάνιση κρουσμάτων στα σχολεία δεν είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πανδημίας με τη νόσο COVID-19, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι η πλειοψηφία των παιδιών δεν αναπτύσσουν συμπτώματα όταν φέρουν τον ιό, ή αναπτύσσουν μια πολύ ήπια μορφή της νόσου.

Δεν έχουν βρεθεί στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι τα παιδιά είναι οι κύριοι παράγοντες μετάδοσης του ιού SARS-CoV-2. Ωστόσο, η έρευνα έχει δείξει ότι τα παιδιά μπορούν να μολυνθούν, και να μεταδώσουν τον ιό σε ενήλικες, όταν εμφανίζουν τα συμπτώματα.

2. Πότε και πώς θα ανοίξουν ξανά τα σχολεία; Ποια είναι τα σημαντικότερα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν για την πρόληψη της εξάπλωσης της μόλυνσης στα σχολεία;

Τα μέτρα που θα πρέπει να τηρούνται στις σχολικές μονάδες είναι η φυσική αποστασιοποίηση, ο καλός εξαερισμός, το τακτικό πλύσιμο των χεριών και η χρήση μασκών όταν είναι εφικτό. Τα μέτρα αυτά θα μειώσουν πιθανώς τη μετάδοση του ιού στα σχολεία και θα συμβάλουν στον μετριασμό των επιπτώσεων άλλων αναπνευστικών λοιμώξεων κατά την προσεχή φθινοπωρινή και χειμερινή περίοδο, μειώνοντας έτσι την πίεση στα σχολεία και τις εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης. Επικοινωνήστε με τις εθνικές αρχές υγείας (ΕΟΔΥ) και εκπαίδευσης (Υπουργείο Παιδείας) για περισσότερες πληροφορίες.

3. Είναι ασφαλές να πάει το παιδί μου στο σχολείο;

Είναι κοινά αποδεκτό ότι τα σχολεία πρέπει να ανοίξουν για να έχουν τα παιδιά ένα κατάλληλο μαθησιακό περιβάλλον και να μετριάσουν τις ακούσιες αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις που οφείλονται στο κλείσιμο αυτών.

Μέχρι στιγμής, τα διαθέσιμα στοιχεία υποδηλώνουν ότι τα σχολεία δεν διαφέρουν από οποιοδήποτε άλλο κοινοτικό περιβάλλον όσον αφορά τον κίνδυνο εξάπλωσης του ιού.

Ενώ υπάρχουν ενδείξεις μετάδοσης από ενήλικες σε παιδιά στο οικογενειακό περιβάλλον, υπάρχουν λίγα στοιχεία για την μετάδοση του ιού εντός του σχολικού περιβάλλοντος.

Τα χαμηλά ποσοστά αντισωμάτων που παρατηρούνται στο αίμα των παιδιών μπορεί να είναι μια ένδειξη ότι είναι λιγότερο ευαίσθητα στην εμφάνιση σοβαρής λοίμωξης σε σχέση με τους ενήλικες, και ως εκ τούτου διαδραματίζουν λιγότερο σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση του ιού.

Το επίπεδο ασφάλειας εξαρτάται από την τήρηση των μέτρων που έχουν καθοριστεί προηγουμένως – αυξημένη φυσική αποστασιοποίηση, καλό εξαερισμό, τακτικό πλύσιμο των χεριών και τη χρήση μασκών όταν είναι εφικτό.

4. Συμβάλλουν τα σχολεία στη διάδοση του ιού στην ευρύτερη κοινότητα;

Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι για την COVID-19 η μετάδοση μεταξύ των παιδιών στα σχολεία είναι μικρότερη συγκρινόμενη με άλλους αναπνευστικούς ιούς, όπως η γρίπη. Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά προέρχονται κυρίως από μαζικές εμφανίσεις σε σχολεία και βασίζεται στην ανίχνευση συμπτωματικών κρουσμάτων, υποτιμώντας ενδεχομένως τον αριθμό των μολυσμένων, ασυμπτωματικών και δυνητικά μολυσματικών παιδιών κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας έξαρσης.

Εν ολίγοις, όπου ανιχνεύθηκε η COVID-19 σε παιδιά και ανιχνεύθηκαν τα άτομα που ήρθαν σε επαφή με αυτά, δεν εντοπίστηκαν θετικοί στην COVID-19 ενήλικες με τους οποίους ήρθαν σε επαφή σε σχολικές μονάδες κατά τη διάρκεια της περίοδο που ακολούθησε. Το συμπέρασμα από αυτές τις έρευνες είναι ότι στο σχολικό περιβάλλον τα παιδιά δεν είναι οι κύριες αιτίες μετάδοσης της COVID-19 στους ενήλικες.

5. Αν ο ρόλος των παιδιών στην μετάδοση της COVID-19 δεν είναι σαφής, θα έπρεπε τα σχολεία να παραμείνουν κλειστά;

Η μαζική εμφάνιση κρουσμάτων στα σχολεία δεν είναι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πανδημίας με τη νόσο COVID-19, τουλάχιστον εν μέρει λόγω του γεγονότος ότι η πλειονότητα των παιδιών δεν αναπτύσσουν συμπτώματα όταν μολύνονται από τον ιό και, επομένως, ενδέχεται να μην έχει γίνει η ανίχνευσή τους.

Όταν λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για τη μείωση της πιθανότητας εξάπλωσης του ιού, είναι απίθανο οι σχολικές μονάδες να διαδραματίσουν ρόλο στη μετάδοση. Επιπλέον, τα σχολεία αποτελούν ουσιώδες μέρος της κοινωνίας και της ζωής των παιδιών.

Το κλείσιμο των σχολείων θα πρέπει να θεωρηθείτε ως η έσχατη λύση, και μόνο μετά τη θέσπιση άλλων σημαντικών μέτρων εντός της κοινότητας για τον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου. Τα σχολεία θα πρέπει να συνεργάζονται με τις τοπικές αρχές δημόσιας υγείας για να καθοριστεί εάν είναι απαραίτητο το κλείσιμο τους.

6. Τι θα πρέπει να κάνουν οι γονείς αν το παιδί τους αρρωστήσει;

Εάν ένα παιδί αρρωστήσει με την COVID-19 και εμφανίσει συμπτώματα (βήχας, πυρετός, κόπωση, κ.λπ.) οι γονείς θα πρέπει να επικοινωνήσουν με το γιατρό τους και το παιδί θα πρέπει να μείνει στο σπίτι μέχρι να εξαφανιστούν τα συμπτώματα. Μόλις το παιδί δεν φέρει πλέον συμπτώματα, ακολουθήστε τις συμβουλές του γιατρού σχετικά με την επιστροφή του στο σχολικό περιβάλλον.

Τα παιδιά θα πρέπει να βρίσκονται σε καραντίνα και να μην πηγαίνουν στο σχολείο σε περίπτωση που κάποιος στο σπίτι έχει διαγνωστεί με την COVID-19.

Σε περίπτωση που το το κρούσμα είναι απομονωμένο ή βρίσκεται στο νοσοκομείο, το παιδί θα πρέπει να παραμείνει σε καραντίνα για 14 ημέρες από την τελευταία έκθεσή του με το άτομο.

Εάν το περιστατικό αντιμετωπίζεται στο σπίτι και δεν είναι απομονωμένο, η καραντίνα 14 ημερών για το παιδί θα πρέπει να υπολογίζεται από την ημέρα κατά την οποία πληρούνται και τα τρία ακόλουθα κριτήρια για την περίπτωση: οκτώ ημέρες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων KAI την επίλυση του πυρετού ΚΑΙ τουλάχιστον τρεις ημέρες από την κλινική βελτίωση άλλων συμπτωμάτων.

7. Τι πρέπει να κάνουν τα σχολεία σε περίπτωση που κάποιος βρεθεί θετικός στον ιό;

Τα σχολεία θα πρέπει να ενημερώσουν αμέσως τις υγειονομικές αρχές εάν εντοπιστεί επιβεβαιωμένο κρούσμα σε αυτό.

Όταν ένα άτομο είναι θετικό με την COVID-19, είναι απαραίτητος ο γρήγορος εντοπισμός και η διαχείριση εκείνων που ήρθαν σε επαφή με αυτό, προκειμένου να αποφευχθεί η περαιτέρω μετάδοση.

Αυτό επιτυγχάνεται με:

  • Τον έγκαιρο εντοπισμό των επαφών ενός επιβεβαιωμένου κρούσματος με την COVID-19.
  • Την παροχή πληροφοριών στις επαφές σχετικά με την εθελούσια καραντίνα, την σωστή υγιεινή των χεριών και οδηγίες για την συμπεριφορά αναφορικά με την αναπνευστική υγιεινή, και να δοθούν συμβουλές για το τι πρέπει να κάνουν αν αναπτύξουν συμπτώματα.
  • Την έγκαιρη διεξαγωγή εργαστηριακών εξετάσεων για την ανίχνευση του ιού σε όλες τις επαφές που έχουν τα συμπτώματα, και εκείνων που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο έκθεσης.

Ο εντοπισμός των επαφών θα πρέπει να διεξάγεται από τις τοπικές αρχές δημόσιας υγείας, οι οποίες θα πρέπει να συνεργάζονται στενά με τις σχολικές αρχές.

Η διαχείριση των επαφών θα πρέπει να γίνεται με βάση τον βαθμό της έκθεσής τους, η οποία θα περιλαμβάνει καραντίνα για τα άτομα που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο έκθεσης, όπως περιγράφεται στις οδηγίες του ECDC σχετικά με τον εντοπισμό επαφών.

Οι γονείς θα πρέπει να γνωρίζουν τα συμπτώματα που θα πρέπει να προσέχουν στα παιδιά, καθώς και για το πού θα πρέπει να απευθυνθούν για ιατρικές συμβουλές. Εάν οι επαφές εμφανίσουν συμπτώματα, θα πρέπει να απομονωθούν αμέσως, να λάβουν ιατρική φροντίδα και να υποβληθούν σε εξετάσεις.

8. Πρέπει να παίζουν τα παιδιά όλα μαζί;

Είναι γνωστό ότι τα παιδιά μπορούν να να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους, αλλά η δυναμική μετάδοσης και οι αρχικές οδοί μετάδοσης παραμένουν ασαφείς.

Όταν τα σχολεία κλείνουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα, τα παιδιά και οι νέοι στερούνται ευκαιριών ανάπτυξης και προόδου. Τα μειονεκτήματα αυτά είναι δυσανάλογα για τους μη προνομιούχους μαθητές που συνήθως έχουν λιγότερες εκπαιδευτικές ευκαιρίες εκτός σχολείου.

Η έρευνα έχει αναδείξει την έντονη κοινωνική ζωή που έχουν στο σχολείο τα παιδιά ηλικίας 2-10 ετών. Αυτή τους βοηθά να μάθουν από τους συνομηλίκους τους και έχει θετικό αντίκτυπο στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και της ταυτότητάς τους. Οι διαταραχές στις σχέσεις των παιδιών με τους συνομήλικους έχουν συσχετιστεί με την κατάθλιψη, την ενοχή και τον θυμό σε αυτήν την ηλικία.

Επιπλέον, οι σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες είναι μεταξύ των δραστηριοτήτων που παρέχουν στα παιδιά οργάνωση, νόημα και καθημερινό ρυθμό. Για όσους πάσχουν από άγχος και κατάθλιψη, η απώλεια τέτοιων δραστηριοτήτων μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα και να ενισχύσει περαιτέρω την κοινωνική αποστασιοποίηση και την απελπισία.

Συνεπώς, θα πρέπει τα παιδιά να έχουν τη δυνατότητα να αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους προκειμένου να μειωθούν οι ανωτέρω κίνδυνοι, αν είναι δυνατόν με την τήρηση συγκεκριμένων μέτρων, όπως η αυξημένη φυσική αποστασιοποίηση, ο καλός εξαερισμός, το τακτικό πλύσιμο των χεριών και η χρήση μασκών όταν είναι εφικτό.

9. Πρέπει τα παιδιά και οι δάσκαλοι να φορούν μάσκες στα σχολεία;

Εντός της κοινότητας η χρήση των μασκών προσώπου συνιστάται σε εσωτερικούς χώρους, στις περιπτώσεις που δεν είναι δυνατή η διατήρηση της φυσικής αποστασιοποίησης. Ωστόσο, στις σχολικές μονάδες, η εφαρμογή αυτού του μέτρου είναι δύσκολη, καθώς είναι γνωστό ότι τα παιδιά έχουν χαμηλότερη ανοχή στη χρήση μασκών για μεγάλα χρονικά διαστήματα, και μπορεί να μην χρησιμοποιούν σωστά τις μάσκες.

Στα δημοτικά σχολεία, συνιστάται η χρήση μασκών προσώπου για εκπαιδευτικούς και άλλους ενήλικες όταν η φυσική αποστασιοποίηση δεν είναι σίγουρο ότι θα τηρηθεί, αν και δεν συνιστάται για τους μαθητές. Στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, συνιστάται η χρήση μασκών προσώπου τόσο για τους μαθητές όσο και για τους ενήλικες. Η χρήση των μασκών θα πρέπει να θεωρηθεί ως συμπληρωματικό μέτρο και όχι ως ενιαίο μέτρο για την πρόληψη της μετάδοσης εντός των σχολείων.

Σημαντικά μέτρα για τη μείωση της εξάπλωσης εντός των σχολείων, ανεξάρτητα από το αν μάσκες χρησιμοποιούνται, είναι η τήρηση των οδηγιών φυσικής αποστασιοποίησης, η τήρηση των οδηγιών όταν κάποιος βήχει (χρήση της εσωτερικής πλευράς του αγκώνα ή χαρτομάντηλου), η καλή υγιεινή των χεριών και η παραμονή στο σπίτι όταν κάποιος είναι άρρωστος.


Δείτε το βίντεο του Υπουργείου Υγείας για την επιστροφή των παιδιών στα σχολεία:

https://www.youtube.com/watch?v=pY9qNTKyvbk

Συντακτική ομάδα