Ποιοι είμαστε
Αρχική Βρέθηκαν επικίνδυνες ποσότητες ζιζανιοκτόνου σε δημητριακά; Μια συνοπτική ανάλυση της επιστημονικής παραφιλολογίας γύρω απο τη γλυφοσάτηΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Βρέθηκαν επικίνδυνες ποσότητες ζιζανιοκτόνου σε δημητριακά; Μια συνοπτική ανάλυση της επιστημονικής παραφιλολογίας γύρω απο τη γλυφοσάτη

23 Αυγ
2018

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 6 έτη.

Τις τελευταίες εβδομάδες τα δημοσιεύματα για το γνωστό ζιζανιοκτόνο “RoundUp” κάνουν το γύρο του διαδικτύου με πληθώρα μεγάλων μέσων να παίρνουν εμμέσως πλην σαφώς θέση στο θέμα, σκιαγραφώντας το εν λόγω προϊόν ως καρκινογόνο. Ευσταθούν όμως αυτά τα δημοσιεύματα;


Τις ειδήσεις σχετικά με αυτό το θέμα τις βρίσκουμε, μεταξύ άλλων, στα: thepressproject.gralfavita.gr, gr.euronews.com, lifo.gr


Μερικά βασικά στοιχεία για τη γλυφοσάτη

Για να εξετάσουμε το ζήτημα πρέπει πρώτα να δούμε μερικά στοιχεία για το ίδιο το προϊόν. Το “RoundUp” αποτελεί μια εμπορική μάρκα ζιζανιοκτόνου το οποίο πωλείται απο την εταιρία Monsanto. Η βασική χημική ουσία που περιέχει, η οποία είναι υπεύθυνη για τη δράση του, ονομάζεται γλυφοσάτη και αρχική έρευνα πάνω στις ιδιότητες της έγινε απο τον John Franz, χημικό της Monsanto, το 1970. [πηγή]

Οι ισχυρισμοί περί καρκινογόνου δράσης της γλυφοσάτης κυκλοφορούν εδώ και δεκαετίες, o νέος κύκλος παραφιλολογίας ωστόσο άνοιξε πριν μερικούς μήνες με την περίφημη δίκη του Dewayne Johnson. Ο Johnson είναι κηπουρός σε σχολείο της Καλιφόρνια, ο οποίος κατέθεσε μήνυση εναντίον της αγροχημικής εταιρίας Monsanto, ισχυριζόμενος ότι η διάγνωση καρκίνου που έλαβε σχετίζεται άμεσα με την έκθεσή του στο “RoundUp”. Πριν λίγες ημέρες το δικαστήριο απεφάνθη υπέρ του κύριου Johnson, ο οποίος θα λάβει αποζημίωση 289 εκατομμυρίων δολλαρίων. [πηγή]

Παραβλέποντας το γεγονός ότι το αποτέλεσμα μιας δίκης δεν αποτελεί επιστημονική μελέτη ή απόφαση επίσημου επιστημονικού σώματος, ας δούμε μερικά στοιχεία σχετικά με την ασφάλεια της γλυφοσάτης.

Η γλυφοσάτη έχει εξεταστεί μέσα από πολυάριθμες έγκριτες μελέτες, τα δεδομένα των οποίων καλύπτουν διάστημα άνω της εικοσαετίας. Μέχρι στιγμής η επιστημονική συναίνεση είναι ξεκάθαρα υπέρ της ουσίας καθώς δεν έχουν τεκμηριωθεί οι ισχυρισμοί περί κινδύνου στην ανθρώπινη υγεία από την έκθεση στο περιβάλλον εργασίας, πόσο μάλλον απο την έκθεση μας σε αυτή μέσω της τροφής. [πηγή]

Επειδή, ωστόσο, ασχολούμαστε με ένα σχετικά δύσκολο θέμα, το οποίο περιλαμβάνει αρκετές τεχνικές λεπτομέρειες, ίσως είναι σκόπιμο να εξηγήσουμε τι ακριβώς κάνει η γλυφοσάτη και γιατί δεν αποτελεί παράγοντα κινδύνου για εμάς.

Τα φυτά, όπως κάθε έμβιος οργανισμός, έχουν μεταβολικό σύστημα και παράγουν ουσίες που βοηθούν στην ανάπτυξη τους. Ένας από τους μεταβολικούς μηχανισμούς που χρησιμοποιούν είναι το “μονοπάτι του σικιμικού οξέος” μέσα από το οποίο συνθέτουν αμινοξέα, απαραίτητα συστατικά για την ανάπτυξή τους. Η γλυφοσάτη, λοιπόν, παρεμποδίζει τη λειτουργία αυτού του μηχανισμού, οδηγώντας στο θάνατο τα ζιζάνια που μπορεί να εμποδίζουν τις καλλιέργειες να αναπτυχθούν. Φυσικά, ο ίδιος μεταβολικός μηχανισμός, που παρεμποδίζεται στα ζιζάνια απ’ τη γλυφοσάτη, παρεμποδίζεται και στις ίδιες τις καλλιέργειες οπότε η ουσία είναι πρακτικά επιβλαβής για κάθε φυτό μέσα σε ένα χωράφι. Γι’ αυτόν το λόγο πωλούνται γεννετικά τροποποιημένοι σπόροι οι οποίοι είναι ανθεκτικοί στη δράση της γλυφοσάτης. Έτσι τα μόνα φυτά που πεθαίνουν απ’ τη χρήση της είναι τα ζιζάνια. [πηγή]

Δε θα μπορούσε όμως η γλυφοσάτη να επηρεάσει αυτό το μεταβολικό μηχανισμό και στους ανθρώπους; Η απάντηση είναι όχι, γιατί οι άνθρωποι δε διαθέτουν αυτό το μεταβολικό μηχανισμό. Με πολύ απλά λόγια είναι σαν να προσπαθείτε να ανοίξετε τη πόρτα του σπιτιού σας με τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Η δράση της γλυφοσάτης δεν είναι συμβατή με το δικό μας μεταβολικό σύστημα και, συνεπώς, δεν μπορεί να το επηρεάσει με τον ίδιο τρόπο.

Ωστόσο μια, θεωρητικά βάσιμη, ανησυχία είναι η σκέψη πως η γλυφοσάτη μπορεί να συσσωρεύεται σταδιακά στο έδαφος, φτάνοντας εν τέλει σε τοξικά επίπεδα με αποτέλεσμα η αδιάσπαστη αυτή ουσία να περνάει μέσω της τροφής στους ανθρώπους και να λειτουργεί ως δηλητήριο καθώς δε θα μπορούμε να τη μεταβολίσουμε. Η απάντηση και σε αυτή τη περίπτωση είναι αρνητική. Η γλυφοσάτη διασπάται ταχύτατα από τους μικροοργανισμούς του εδάφους με αποτέλεσμα να μην παρατηρείται βιο-συσσώρευσή της. [πηγή]

Η διασπορά ελλιπών στοιχείων μέσω των μέσων ενημέρωσης

Κι όμως, παρά τα στοιχεία που δείχνουν την ασφάλεια της ουσίας, βλέπουμε συνεχώς άρθρα κινδυλογικού ύφους απο μεγάλα μέσα όπως το The Press Project. Σε σχετικό ρεπορτάζ της σελίδας βλέπουμε τα εξής:

“Στις 18 Ιουνίου, ο Ντουέιν Τζόνσον έγινε ο πρώτος άνθρωπος που κατάφερε να σύρει σε δίκη την πολυεθνική εταιρεία, που εδώ και δεκαετίες αρνείται τους κινδύνους για την πρόκληση καρκίνων που ελλοχεύουν στη χρήση του ζιζανιοκτόνου Roundup.[…]

[…] Η χρόνια υπόθεση κατά της Monsanto και των κινδύνων που ελλοχεύουν για τους ανθρώπους στη χρήση των προϊόντων της έλαβε νέα ώθηση το 2015, όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) ανακοίνωσε πως η γλυφοσάτη και ένα ακόμη συστατικό του Roundup «ενδέχεται να είναι καρκινογόνα για τους ανθρώπους». Επίσης, την ίδια παραδοχή έχει κάνει και η Διεθνής Υπηρεσία Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC).

Για την πολυεθνική ωστόσο, τα ευρήματα της IARC «είναι λάθος», επικαλούμενη τα ευρήματα της Υπηρεσίας Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ (EPA), που στο παρελθόν έχει υποστηρίξει σε έκθεσή της πως η γλυφοσάτη «δεν προκαλεί καρκίνο και δεν διαταράσσει το ενδοκρινική σύστημα», υποστηρίζοντας μάλιστα πως δεν περνάει στην τροφική αλυσίδα.

Επίσης, για την έρευνα του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας το 2017 που ανέφερε πως δεν βρέθηκε σύνδεση μεταξύ της γλυφοσάτης και του καρκίνου του αίματος, η επιδημιολόγος του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια, Μπεάτα Ριτζ, έχει υπογραμμίσει στη δίκη πως είχε «σημαντικές αδυναμίες». […]

[…] Αξίζει τέλος να σημειωθεί πως για την πώληση του ύποπτου για την πρόκληση καρκίνων φυτοφαρμάκου έδωσε προ μηνών πενταετή άδεια και η ελληνική κυβέρνηση, μέσω του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Επιπλέον, σε άρθρο του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, Βαγγέλη Αποστόλου μετά το αποκαλυπτικό δημοσίευμα του ThePressProject για την άδεια που έδωσε στο ύποπτο φυτοφάρμακο η ελληνική κυβέρνηση με απόφαση του ίδιου, υπερασπίστηκε την κυκλοφορία του στην Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τους επικριτές της απόφασης του υπουργείου του ως ανενημέρωτους και ημιμαθείς.”

[πηγή]

Αυτά τα τμήματα είναι ενδεικτικά του ύφους στο οποίο κινήθηκε το άρθρο και ως προς αυτό χρειάζονται αρκετές διευκρινήσεις. Το 2015 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, συγκεκριμένα o Διεθνής Οργανισμός Ερευνών για τον Καρκίνο (IARC), που αποτελεί τμήμα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, κατέταξε τη γλυφοσάτη στη κατηγορία 2Α. Σε αυτή τη λίστα εντάσσονται ουσίες για τις οποίες υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα που δείχνουν κίνδυνο καρκινογέννεσης σε ανθρώπους.

Ωστόσο η απόφαση του IARC βασίστηκε σε ένα meeting το οποίο όχι απλώς δεν έκανε ενδελεχή ανασκόπηση όλης της σχετικής βιβλιογραφίας αλλά, σύμφωνα με πολυάριθμες κατηγορίες από σχετικούς ερευνητές, παρέλειψε ηθελημένα αποτελέσματα που έδειχναν ότι η γλυφοσάτη δεν έχει καρκινογόνο δράση. Ως απάντηση σε αυτήν την απόφαση, 3 διαφορετικοί επίσημοι φορείς εξέτασαν όλες τις σχετικές μελέτες πάνω στο θέμα και εξέδωσαν σχετικές ανακοινώσεις. Συγκεκριμένα, οι φορείς ήταν η Γερμανική Ομοσπονδιακή Αρχή Αποτίμησης Κινδύνων, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), που υπάγεται στα Ηνωμένα Έθνη, και ο ίδιος ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.
[πηγή 1][πηγή 2].

Τα αποτελέσματα από τη μελέτη των υπόλοιπων φορέων οδήγησαν στην αλλαγή κατάταξης της γλυφοσάτης, η οποία τελικά εντάχθηκε στην κατηγορία 2Β ή, όπως είναι πιο γνωστή, “ουσία ενδεχομένως καρκινογόνα”. Τελικά η γλυφοσάτη παραμένει στην κατηγορία 2Α, ωστόσο o IARC αποδίδει τα διαφορετικά συμπεράσματα των υπόλοιπων οργανισμών υγείας σε συνομωσίες.

«Από την αξιολόγηση της γλυφοσάτης στο πρόγραμμα IARC Monographs κατά τον Μάρτιο του 2015, ο οργανισμός έχει υποβληθεί σε πρωτοφανείς και συντονισμένες προσπάθειες υπονόμευσης της αξιολόγησής, του προγράμματος και του ίδιου του οργανισμού. Αυτές οι προσπάθειες έχουν σκοπίμως και επανειλημμένα παρουσιάσει το έργο του οργανισμού παραπλανητικά, και έχουν σε μεγάλο βαθμό προέλθει από την αγρο-χημική βιομηχανία και τα σχετικά με αυτή μέσα ενημέρωσης.»

[πηγή]

Κάτι όμως που πρέπει να διευκρινιστεί αναφορικά με τις κατατάξεις του IARC, είναι ότι αφορούν τον κίνδυνο που ενέχει μια ουσία ή ένας παράγοντας για ανάπτυξη καρκίνου, όχι το ρίσκο. Ο κίνδυνος είναι το ιατρικό πρόβλημα που μπορεί να προκληθεί από μια ουσία, ρίσκο είναι πόση από αυτήν την ουσία πρέπει να καταναλώσουμε σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα προκειμένου να μας προκαλέσει πρόβλημα. Η παρακάτω εικόνα περιγράφει αυτήν την αρχή με αρκετά συνοπτικό και περιεκτικό τρόπο.



Η κατάταξη της γλυφοσάτης ως “πιθανώς καρκινογόνα”, λοιπόν, είναι περισσότερο τυπική και σε πρακτικό επίπεδο δε θα έπρεπε να ανησυχεί κανέναν καταναλωτή.

Η επέκταση της καμπάνιας παραπληροφόρησης απο ελλιπείς μελέτες

Έχοντας εξετάσει συνοπτικά το πρόβλημα με την παρουσίαση της γλυφοσάτης, από ελλειπώς τεκμηριωμένα άρθρα που κυκλοφορούν στο ελληνικό και ξένο διαδίκτυο, μπορούμε να περάσουμε και στο ακόμα πιο πρόσφατο περιστατικό που αφορά τη γλυφοσάτη. Στον απόηχο της δικαστικής απόφασης κατά της Monsanto, ο φορέας “Environmental Working Group”, μια ομάδα ανοιχτά πολέμια της τεχνολογίας γενετικά τροποποιημένων τροφών, εξέδωσε μια μελέτη σύμφωνα με την οποία η ουσία γλυφοσάτη βρέθηκε σε 43 από τα 45 δείγματα δημητριακών που εξετάστηκαν από σχετική ερευνητική ομάδα και μάλιστα σε ποσοστά που η ερευνητική ομάδα θεώρησε πολύ υψηλότερα από αυτά που θεωρούν ασφαλή για κατανάλωση από παιδιά. [πηγή]

Πριν περάσουμε στην ανάλυση της εν λόγω μελέτης, ωστόσο, πρέπει να τονιστεί πως άρθρα όπως το παρακάτω αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της τάσης που επικρατεί για παρουσίαση υποκειμενικών και αβάσιμων ισχυρισμών ως τετελεσμένων συμπερασμάτων. Ο τίτλος “Η καρκινογόνος ουσία γλυφοσάτη σε δημοφιλή προϊόντα βρώμης” είναι ξεκάθαρη διαστρέβλωση της αλήθειας καθώς, όπως εξηγήσαμε παραπάνω, η γλυφοσάτη δεν έχει τεκμηριωμένη καρκινογόνο δράση, στα επίπεδα που τη συναντούμε σε προϊόντα κατανάλωσης.



Ας δούμε το θέμα της έρευνας λίγο πιο αναλυτικά. Αρχικά η εν λόγω μελέτη δεν έχει περάσει εξέταση από ομοτίμους ή peer-review. Αυτό σημαίνει ότι τα αποτελέσματα και η μεθοδολογία δεν έχουν αξιολογηθεί για να εξακριβωθεί η εγκυρότητα τους και αυτό καθιστά τη μελέτη προβληματική εξ αρχής. Ας κάνουμε όμως τη παραδοχή ότι έχει περάσει αυτή την αξιολόγηση και ας αξιολογήσουμε τα δεδομένα.

Η μελέτη του “Environmental Working Group” αναφέρει ότι τα 3/4 των εξεταζόμενων προϊόντων περιείχαν επικίνδυνα επίπεδα γλυφοσάτης για κατανάλωση από παιδιά. Το Υπουργείο Γεωργίας των Η.Π.Α διαθέτει μια ενδελεχή βάση δεδομένων με τις μέγιστες ασφαλείς συγκεντρώσεις ζιζανιοκτόνων και, με βάση την πιο πρόσφατη αναφορά του οργανισμού, το 2016 “το 99% των εξεταζόμενων προϊόντων είχαν συγκεντρώσεις ζιζανιοκτόνων κάτω των ορίων ασφαλείας”. Αν κάποιο προϊόν περιέχει μεγαλύτερες ποσότητες αυτών των ουσιών αποσύρεται απ’ την αγορά και μέχρι στιγμής ούτε η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος αλλά ούτε και το Υπουργείο Γεωργίας έχουν εδραιώσει ότι η γλυφοσάτη βρίσκεται σε εμπορικά προϊόντα σε συγκεντρώσεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τους καταναλωτές. [πηγή]

Συγκεκριμένα, τα αποδεκτά όρια της ουσίας στον ανθρώπινο οργανισμό, τόσο στις Η.Π.Α. όσο και στην Ε.Ε., είναι 30 μέρη ανά εκατομμύριο (δηλαδή 30 μιλιγκράμ της γλυφοσάτης ανά κιλό προϊόντος). Πρακτικά, λοιπόν, ένας μέσος άνθρωπος θα έπρεπε να τρώει 30 μπολ δημητριακά κάθε μέρα για περισσότερο απο ένα χρόνο προκειμένου να φτάσει το αποδεκτό όριο έκθεσης που έχει οριστεί. [πηγή]

Σύμφωνα με τα δεδομένα από το “Environmental Working Group” τα επίπεδα της γλυφοσάτης στα εξεταζόμενα προϊόντα ήταν περίπου 0-6% του αποδεκτού ορίου. Εν ολίγοις, το “Environmental Working Group” αποφάσισε, εντελώς αυθαίρετα, χωρίς κανένα στοιχείο που να υποστηρίζει αυτή την απόφαση, να θέσει τα δικά του όρια έκθεσης, τα οποία είναι 14.000 φορές χαμηλότερα από αυτά που έχουν θεσπιστεί από τις Η.Π.Α και την Ε.Ε.

Τα στοιχεία, λοιπόν, δείχνουν ξεκάθαρα ότι τόσο η αναφορά του “Environmental Working Group” όσο και η παραφιλολογία απο διάφορες σελίδες ενημέρωσης σχετικά με το θέμα της γλυφοσάτης στερούνται επιστημονικής βάσης. Μεγάλο ρόλο σε αυτή τη κατάσταση παίζει φυσικά η απήχηση που έχουν άρθρα τρομολαγνικού περιεχομένου, αλλά η πιο σημαντική παράμετρος που συμβάλλει στην επιτυχία αυτών των άρθρων είναι η εκμετάλλευση της άγνοιας του κοινού. Η συνεχής ανασκόπηση της εγχώριας αρθρογραφίας σε θέματα σχετικού περιεχομένου δείχνει πως είτε οι υπεύθυνοι δημοσιογράφοι θεωρούν τη μελέτη των σχετικών στοιχείων αρκετά βαρετή για να ασχοληθούν περαιτέρω ή, ακόμα χειρότερα, πως τα στοιχεία είναι ανοιχτά προς ερμηνεία από τον εκάστοτε αναγνώστη. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι το λιγότερο απογοητευτικό αν ο στόχος μας είναι να παρέχουμε σωστή και αμερόληπτη ενημέρωση στο κοινό.

Είναι πτυχιούχος χημείας (B.Sc.) απο το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης (ΕΣΗΕΜ-Θ). Αυτή τη στιγμή παρακολουθεί το αγγλόφωνο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών με τίτλο “Μaster of Arts in Digital Media, Communication and Journalism” στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.