Ποιοι είμαστε
Αρχική Πάνω από 200 Έλληνες πέσανε νεκροί για το άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου;ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

Πάνω από 200 Έλληνες πέσανε νεκροί για το άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου;

3 Οκτ
2019

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 5 έτη.

Δημοσίευμα ισχυρίζεται, ψευδώς, ότι υπήρξαν πάνω από 200 νεκροί Έλληνες στο λιμάνι του Πειραιά (από Γάλλους στρατιώτες), στην προσπάθειά τους να αποτρέψουν να πάει το άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου στην Γαλλία, μετά την ανακάλυψή του.

Ενδεικτικά, το είδαμε στις ιστοσελίδες mentality10 (πιθανότατα αυτή είναι η 1η εμφάνισή του στο διαδίκτυο, το 2016), iellada , mikrometoxos, thesecretrealtruth, mileikanea, trelokouneli και σε αναρτήσεις στο facebook εδώ ή εδώ

Ο ψευδής ισχυρισμός αναφέρει:

Το άγαλμα βρέθηκε το 1820 στη κατεχόμενη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία Μήλο.
Αυτό που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι, ότι το άγαλμα πουλήθηκε από τους Τούρκους στους Γάλλους και οι Γάλλοι για να το φυγαδεύσουν στο Παρίσι μετά την αγορά του, το φόρτωσαν σε ένα καράβι. Όταν οι Έλληνες της Μήλου πληροφορηθήκαν ότι το άγαλμα θα έφευγε από το νησί, ξεσηκώθηκαν για να αποτρέψουν τη φυγή του, κι’ αυτό, γιατί το θεωρούσαν μέρος του Πολιτισμού τους. Τέτοια ήταν η αντίδραση που οι Γάλλοι πυροβόλησαν και σκότωσαν μερικούς Έλληνες.
Όταν τελικά το άγαλμα φορτώθηκε στο πλοίο, οδηγήθηκε πρώτα στον Πειραιά πριν ταξιδέψει για τη Γαλλία. Κάποιοι από τους ‘Ελληνες της Μήλου πήγαν στον Πειραιά για να σταματήσουν την αρπαγή του αγάλματος.
Όπως γράφει ο Έλληνας ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης στην εξάτομη «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821»:
Στον Πειραιά όταν μαθεύτηκε το γεγονός μαζεύτηκαν στην προκυμαία πάνω από χίλιοι άνθρωποι που προσπαθούσαν να ματαιώσουν την αρπαγή του αγάλματος. Τέτοια ήταν η αντίδραση, που συγκρούστηκαν με το γαλλικό πλήρωμα του πλοίου και τα τουρκικά στρατεύματα. Το αποτέλεσμα ήταν τραγικό. Πάνω από 200 Έλληνες πέσανε νεκροί και τελικά το άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου φυγαδεύτηκε στη Γαλλία. (μάλιστα λέγεται ότι το ένα χέρι του αγάλματος μέσα στη δίνη της συμπλοκής έπεσε στη θάλασσα και χάθηκε).
Αυτοί λοιπόν οι «αμόρφωτοι» Έλληνες ψαράδες και αγρότες δώσανε τη μάχη της αξιοπρέπειας δίνοντας ακόμα και τη ζωή τους για να υπερασπιστούν το Πολιτισμό τους.Μπορεί να μην ήταν μορφωμένοι, μπορεί να μην γνώριζαν από Τέχνη όμως ένιωθαν βαθειά μέσα τους ότι το άγαλμα αυτό ήταν μέρος της ιστορίας τους, μέρος της Πολιτιστικής τους παρακαταθήκης που τους είχαν αφήσει οι πρόγονοι τους.
Αυτή η τραγική ιστορία επιμελώς παρασιωπάτε για ευνόητους λόγους. Έτσι αν κάποια στιγμή επισκεφθείτε το Μουσείο του Λούβρου και θαυμάσετε την Αφροδίτη της Μήλου, θυμηθείτε ότι και σ΄αυτή την περίπτωση οι κυρίαρχες δυνάμεις της εποχής εκείνης άρπαξαν αυτό το θαυμάσιο άγαλμα που οι Έλληνες το πότισαν με αίμα. Ένα από τα πιο σημαντικά έργα τέχνης, που η διεύθυνση του Μουσείου προβάλλει με ιδιαίτερο καμάρι, είναι το μαρμάρινο άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου, ένα έργο που δεν έχει με ακρίβεια προσδιοριστεί από ποιον καλλιτέχνη έχει φιλοτεχνηθεί.


Ας δούμε σε συντομία τα ιστορικά γεγονότα.

Το άγαλμα ανακαλύφθηκε στις 8 Απριλίου 1820 (ή 28 Μαρτίου με το παλιό ημερολόγιο). Αυτός που το βρήκε απαντάται με διάφορα ονόματα: αλλού τον βρίσκουμε σαν Γεώργιο Κεντρωτά (“Γεώργιος” χωρίς άλλες πληροφορίες τον ονομάζουν αρχικά οι Γάλλοι), κάπου αλλού σαν Θεόδωρο Κεντρωτά (σε κατοπινές αναφορές αποκαλύφθηκε το όνομά του) κι αλλού σαν Μποτόνη (μάλλον παρατσούκλι του Κεντρωτά). Ούτε το επάγγελμα είναι πολύ σίγουρο, αφού κάπου τον βρίσκουμε σαν αγρότη ενώ αλλού σαν «εκτιμητή αξίας χωραφιών» (μεσίτης της εποχής).

Ο Κεντρωτάς φέρεται να έσκαβε στο πεζούλι του και να έβγαζε πέτρες από αρχαία ερείπια που υπήρχαν εκεί. Τον βοηθούσε πιθανόν ο γιος του κι ένας ανιψιός του. Λίγο πιο πέρα Γάλλοι αξιωματικοί έκαναν ανασκαφές για αρχαία.

Επικεφαλής των Γάλλων ήταν ο νεαρός τότε αξιωματικός Ολιβιέ Βουτιέ (Olivier Voutier, 1796-1877, που στη συνέχεια επισήμως παραιτήθηκε από το γαλλικό ναυτικό και πολέμησε με το πλευρό των Ελλήνων στην επανάσταση του 1821), ο οποίος είχε σπουδάσει και λίγο αρχαιολογία.

Όταν ο Κεντρωτάς βρήκε πελεκημένο μάρμαρο έτρεξαν να τον βοηθήσουν δύο Γάλλοι ναύτες που συμμετείχαν στις γειτονικές ανασκαφές. Ο Κεντρωτάς προσπάθησε να ξανακαλύψει το άγαλμα γιατί φοβήθηκε ότι οι Γάλλοι θα το άρπαζαν ή θα απαιτούσαν να το αγοράσουν πιο φτηνά.

Ο Βουτιέ πλησίαζε και είδε το πάνω μέρος ενός γυμνού γυναικείου αγάλματος, το οποίο ο Γεώργιος είχε αρχίσει ήδη να καλύπτει. Προσφέρει στον Κεντρωτά το ποσό των 1000 γροσιών, ένα ποσό ιδιαίτερα σημαντικό για εκείνη την εποχή.

Η πρώτη επίσημη αντίδραση είναι από τον διοικητή του πλοίου, Dauriac, που έφτασε στις 10 Απριλίου στη Μήλο. Την άλλη μέρα, στις 11, γράφει στον Γενικό Πρόξενο της Σμύρνης, για να του ανακοινώσει την «προ τριών ημερών» ανακάλυψη  της Αφροδίτης.

Επίσης ενημερώθηκε κι ο Γάλλος υποπρόξενος στην Μήλο, Λουί Μπρεστ (Louis Brest). Αυτός άρχισε να παζαρεύει λέγοντας πως “δεν είναι βέβαιο ότι το άγαλμα αξίζει 1.000 γρόσια”.

Άμεσα ειδοποιήθηκε κι ο Ντε Ριβιέρ (Charles-François de Riffardeau, μαρκήσιος και αργότερα δούκας de Rivière), πρόξενος των Γάλλων στην Υψηλή Πύλη. Στη διαπραγμάτευση αναμίχθηκε ενεργά κι ένας ακόμη Γάλλος αξιωματικός που είχε πάθος με τις αρχαιότητες, ο Ζυλ Ντυμόν ντ’ Υρβίλ (Dumont d’Urville) που σημειωτέον ήταν βέβαιος πως επρόκειτο για την Αφροδίτη που κρατούσε το μήλο του Πάρη.

Οι Γάλλοι αποφάσισαν ότι έπρεπε να πάρουν οπωσδήποτε το εύρημα στην κατοχή τους. Το παζάρι καθυστερούσε όμως, όπως και το πλοίο που θα μετέφερε με ασφάλεια το άγαλμα στη Γαλλία.

Ο Κεντρωτάς κι οι δημογέροντες (καθώς πλέον στα παζάρια είχαν εμπλακεί κι άλλοι) αδημονούσαν κι αποφάσισαν να δώσουν ή να πουλήσουν το άγαλμα σε άλλους ενδιαφερόμενους.

Εν τω μεταξύ, παρουσιάστηκε κι ο Νικόλαος Μουρούζης, μέγας δραγουμάνος του οθωμανικού στόλου πείθοντάς τους να πουλήσουν το εύρημα σε εκείνον.  Ίσως τότε να φοβήθηκαν τυχόν συνέπειες από τους Οθωμανούς, αφού ο νόμος ήθελε όλες οι αρχαιότητες να καταλήγουν στην Κωνσταντινούπολη και να αποφασίζεται κεντρικά η διάθεσή τους (ώστε ο σουλτάνος να κολακεύει τα έθνη που τον συνέφερε).

Όμως ο εκπρόσωπος των Γάλλων που βρέθηκε εκεί, υποκόμης ντε Μαρκέλους (Vicomte de Marcellus) κατορθώνει να τους αλλάξει και πάλι γνώμη ξεπερνώντας τους όποιους φόβους τους.

Το άγαλμα τελικά μέσα σ΄αυτό το διχαστικό κλίμα, στις 22 Μαΐου 1820, μετ’ εμποδίων (διαπληκτίζονταν και τραβολογούσαν τους Γάλλους μεταφορείς) φορτώθηκε στο γαλλικό καράβι “Estafette”, .

Η πρώτη στάση του πλοίου γίνεται στις 20 Σεπτεμβρίου στον Πειραιά, για να το δει ο Γάλλος πρόξενος της Αθήνας και “γνώστης αρχαιοτήτων” Λουί Φρανσουά Σεμπαστιάν Φωβέλ (Louis-François-Sébastien Fauvel). Αυτός θαυμάζει το άγαλμα που το στήσανε για χάρη του στο κατάστρωμα του πλοίου, στη μέση της νύχτας “υπό το φως των φακών” (C. de Marcellus, Souvenirs de l’Orient, tome I, 1839, p. 249-250). Από εκεί ταξίδεψε στη Ρόδο, μετά στην Κύπρο, στην Αλεξάνδρεια (για τέσσερις μήνες), και κατόπιν στη Σμύρνη (10 Οκτώβρη) όπου μεταφορτώθηκε στο πλοίο «La Lionne», για να φτάσει στις 23 Δεκεμβρίου 1820 στην Τουλόν κι εντέλει τον Φλεβάρη του 1821 στο Παρίσι ( É. Michon, La Vénus de Milo. Son arrivée et son exposition au Louvre, Revue des Études Anciennes, 1900, p. 302-308). 

Όπως και να ‘χει, στις 25 Ιανουαρίου 1826, οι Γαλλικές αρχές συμφώνησαν να αποζημιώσουν τους κατοίκους της Μήλου για τις ζημιές τις οποίες ενδεχομένως υπέστησαν από τον δραγουμάνο του Οθωμανικού Στόλου Νικόλαο Μουρούζη και τις Οθωμανικές αρχές, εξαιτίας της πώλησης στους Γάλλους του αγάλματος της Αφροδίτης. Με σύμφωνο που υπεγράφη, παρουσία των μαρτύρων κληρικών Μιχαήλ Λογοθέτη, Πέτρου Ταρταράκη, Σακελλίων Γρηγορίου, Ιάκωβου Αρμένη και Αρχιμανδρίτη Μιχελή καθώς και του Υποπροξένου Louis Brest, δήλωσαν ότι έναντι 7218 Τουρκικών πιάστρων παραιτούνται οι ίδιοι και όλοι οι απόγονοί τους από κάθε περαιτέρω αποζημίωση.

Δείτε τα γεγονότα στο παρακάτω βίντεο (25ο ως 35ο λεπτό)

https://www.youtube.com/watch?v=VdN4NuC7Myg&feature=youtu.be&fbclid=IwAR22fbGdy7sKJkD0KqIeew17l79AGC8PzoElt0bJOPjVcut5bdgHGkwQAHI

Διαβάστε ένα βιβλίο του 1871 γραμμένο από τον έφορο του Λούβρου:

Επίσης ένα βιβλίο πολύ κοντά στα γεγονότα, του 1839. Διαβάστε εδώ από σελ.239 και μετά (γαλλικά)

Λίγα πράγματα για τον Πειραιά της εποχής.

O Πειραιάς, ήταν γνωστός εκείνη την εποχή σαν «Λιμήν Λέοντος» ή γνωστότερα «Πόρτο Λεόνε» (Porto Leone), που είναι και η διεθνής ονομασία του στους ναυτικούς χάρτες. Κατ’ αντιστοιχίαν «Ασλάν λιμάνι» (Λιμάνι του λέοντος στην τουρκική γλώσσα) πριν και κατά το 1821. 

Μέχρι τις παραμονές της Ελληνικής Επανάστασης, ο τουρκοκρατούμενος Πειραιάς ήταν μια τοποθεσία άσημη και αραιοκατοικημένη. Υπήρχαν μόνο το μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα, μερικά σκόρπια σπιτάκια και το παράπηγμα του Οθωμανού Τελώνη με τον πύργο του. Η δημογραφική του ανάπτυξη αρχίζει μετά το 1834, όταν η Αθήνα ορίστηκε πρωτεύουσα του νέου κράτους, οπότε η περιοχή επανακατοικήθηκε και ξεκίνησε μια περίοδος ανάπτυξης, με την σταδιακή αύξηση του πληθυσμού της. Το 1836 κατοικούσαν στην περιοχή περίπου 1000 κάτοικοι

Επομένως ο παρακάτω ισχυρισμός δεν φαίνεται να έχει κάποια βάση.

Στον Πειραιά όταν μαθεύτηκε το γεγονός μαζεύτηκαν στην προκυμαία πάνω από χίλιοι άνθρωποι που προσπαθούσαν να ματαιώσουν την αρπαγή του αγάλματος. Τέτοια ήταν η αντίδραση, που συγκρούστηκαν με το γαλλικό πλήρωμα του πλοίου και τα τουρκικά στρατεύματα. Το αποτέλεσμα ήταν τραγικό. Πάνω από 200 Έλληνες πέσανε νεκροί και τελικά το άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου φυγαδεύτηκε στη Γαλλία. (μάλιστα λέγεται ότι το ένα χέρι του αγάλματος μέσα στη δίνη της συμπλοκής έπεσε στη θάλασσα και χάθηκε).

Επιπρόσθετα ας αναλογιστούμε ότι το λιμάνι, ακόμη και λίγο μετά την έναρξη του αγώνα, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από μία πρόχειρη εγκατάσταση ελλιμενισμού ιστιοφόρων στην ξέρα του Τζελέπη, στο βάθος του αγκυροβόλιου (η προκυμαία επί της Ακτής Μιαούλη δημιουργήθηκε το 1836).

Επομένως ούτε καν θα μπορούσε να προσαράξει εύκολα πλοίο.

Κάποιοι από τους ‘Ελληνες της Μήλου πήγαν στον Πειραιά για να σταματήσουν την αρπαγή του αγάλματος.

Μπορεί να πήγαν Έλληνες από τη Μήλο στον Πειραιά; Ας το εξετάσουμε κι αυτό.

Η Μήλος αν και είχε καλό λιμάνι και βρισκόταν στη ρότα των διερχόμενων πλοίων, παρακμάζει κι εγκαταλείπεται στα τέλη του 18ου αιώνα, αφενός μεν λόγω της αλλαγής των οικονομικών συνθηκών της περιοχής, της κάμψης του εμπορίου και της αλλαγής των δρομολογίων των διερχόμενων δυτικοευρωπαϊκών πλοίων αλλά και λόγω επιδημιών (ίσως και κάποιας φυσικής καταστροφής πχ σεισμός).

Οι κάτοικοι της Μήλου εκείνη την εποχή ήταν λιγοστοί. Όπως διαβάζουμε στις «Πτυχές της ιστορίας της Μήλου (Τέλη 18ου – 19ος αιώνας)» του Ν.Νικολούδη στις σελίδες 666 και 675, ο πληθυσμός όλου του νησιού εκείνη την περίοδο δεν πρέπει να ξεπερνούσε τους 2000:

[…] Ακόμη και το 1807, ο Άγγλος πλοίαρχος John Stewart, που βρέθηκε στη Μήλο τον Αύγουστο του ιδίου χρόνου ως κυβερνήτης του πλοίου Seahorse, σχολίαζε χαρακτηριστικά ότι «[στη Μήλο] δύσκολα βρίσκεις καλό νερό και το νησί είναι ανθυγιεινό. Περίπου 80 χρόνια πριν μια επιδημία πανώλης θανάτωσε 9.000 ανθρώπους και από τότε ποτέ δεν αποκαταστάθηκαν οι επιπτώσεις της. Η νέα πόλη της Μήλου είναι σχεδόν ερειπωμένη και δεν έχει περισσότερους από 800 κατοίκους περίπου…(Στο χωριό Κάστρο) υπάρχουν περίπου 900 κάτοικοι… Στην πόλη όλοι οι κάτοικοι φαίνονται άρρωστοι, στο χωριό κάθε πρόσωπο δείχνει την εικόνα της υγείας» (από επιστολή του Stewart με ημερομηνία 7 Νοεμβρίου 1807: Σταυρόπουλος, 304-5. Για τον Stewart βλ. στο ίδιο, 303).

Εκτίμηση του πληθυσμού το 1833:

[…] Με βάση το βασιλικό διάταγμα «Περί διαιρέσεως του βασιλείου και της διοικήσεώς του» (1833), η Μήλος αποτέλεσε τμήμα του νομού Κυκλάδων και εντάχθηκε στην ίδια επαρχία με τη Σίκινο, τη Φολέγανδρο και την Κίμωλο, στην οποία επίσης εντάχθηκαν και τα γειτονικά ερημονήσια. Η επαρχία Μήλου (όπως ονομάσθηκε η παραπάνω διοικητική υποδιαίρεση) περιελάμβανε επτά δήμους: Μήλου, Ζεφυρίας, Κιμώλου, Σίφνου, Απολλωνίας, Φολεγάνδρου και Σικίνου (Σακκής, 23 κ.εξ.). Ένα μεταγενέστερο βασιλικό διάταγμα, της 1ης/13ης Οκτωβρίου 1834, παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για τον πληθυσμό των δύο πρώτων από τους προαναφερθέντες δήμους, οι οποίοι βρίσκονταν στη Μήλο. Σύμφωνα μ’ αυτό, στον δήμο Ζεφυρίας κατοικούσαν 40 οικογένειες (200 άτομα), στον δήμο Μήλου, όμως, πολύ περισσότερα. Συγκεκριμένα, στην πόλη της Μήλου κατοικούσαν 50 οικογένειες (250 άτομα), στις Πλάκες 30 οικογένειες (150 άτομα), στο Κάστρο 60 οικογένειες (300 άτομα), στην Τρυπητή 70 οικογένειες (350 άτομα) και στον Τριοβάσαλο 66 οικογένειες (330 άτομα-Σακκής,)

Κι ένας ακόμη πίνακας από το βιβλίο: Πληθυσμοί και οικισμοί του ελληνικού χώρου: ιστορικά μελετήματα σελ.180

Εκτίμηση για το 1815:

«Η πανούκλα έκανε τέτοια δραύση μέσα σε έναν αιώνα, που ο συνολικός πληδυσμός του νησιού σήμερα μόλις φδάνει τις 2.300, ενώ παλιότερα η πόλη είχε μονάχη 10.000. Η ερήμωση προχώρησε πιο συστηματικά εξ αιτίας της κακής ποιότητας των νερών και της νοσηρότητας της ατμόσφαιρας που λένε ότι είναι ισχυρά φορτισμένη με δειάφι. […] Η πρωτεύουσα είναι σχεδόν μόνο ερείπια και οι στενοί δρόμοι φράζονται απ’ τα οικοδομήσιμα υλικά των πεσμένων σπιτιών» W. Turner, Journal of a tour in the Levant, τ. 3, Λονδίνο 1820, σ. 405, πρβλ. Α. Λεντάκης, ό.π., α. 63 απ’ όπου και το μεταφρασμένο απόσπασμα.

Επίσης το νησί, αν κι έχει λιμάνι, δεν φαίνεται να διαθέτει κάποιο αξιόλογο στόλο. Οι πληροφορίες που διαθέτουμε είναι μεταγενέστερες και χρονολογούνται στις αρχές του 19ου αιώνα. Η Μήλος δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο που συνέταξε στα 1813 ο Pouqueville, Voyage de la Grèce, τ. 6, 2η έκδ., Παρίσι 1827, σ. 295-297, μεταξύ των ελληνικών τόπων που διέθεταν πλοία (πρβλ. Γ. Λεονταρίτης, Ελληνική εμπορική ναυτιλία (1453- 1850), 2η έκδ., Αδήνα 1987, σ. 60). Δεν περιλαμβάνεται επίσης σε μεταγενέστερο κατάλογο, του 1816, που συνέταξε ο ίδιος (βλ. Κ. Σβολόπουλος, «Ο ελληνικός εμπορικός στόλος κατά τας παραμονάς του αγώνος της Ανεξαρτησίας. Ανέκδοτος πίναξ του F. Pouqueville», π. Ο Ερανιστής, 10 (1972-1973), σ. 187-207 και ένδετος φωτ. πίνακας. Ο Κ. Παπαθανασόπουλος, Ελληνική εμπορική ναυτιλία (1833 -1856), Αδήνα 1983, σ. 28, στηριζόμενος σε στοιχεία δημοσιευμένα στο π. Πανδώρα, σημειώνει ότι κατά το 1821 ο στόλος της Μήλου είχε χωρητικότητα 140 τόνους, τη στιγμή που αυτός της Θήρας είχε 5.000 τόνους, της Μυκόνου 2.200, της Άνδρου 2.100, της Σύρου 870.

Είναι επομένως παράλογο να ισχυριστούμε ότι μέρος του ενεργού πληθυσμού του νησιού, σε μια Ελλάδα υπο οθωμανική κατοχή, κινητοποιήθηκε και ταξίδεψε μέχρι τον Πειραιά για να αποτρέψει την αρπαγή, αντιμετωπίζοντας ένα πολεμικό πλοίο.

Ας εξετάσουμε τέλος και το σημαντικότερο, την “πηγή” του δημοσιεύματος:

Όπως γράφει ο Έλληνας ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης στην εξάτομη «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821»:

Η μοναδική πηγή του δημοσιεύματος, που υποστηρίζει ότι υπήρξαν μάχες με θύματα, φέρεται να είναι το βιβλίο «Η Επανάσταση του 1821» του Δημήτρη Φωτιάδη, 1971-72.

Βρήκαμε το βιβλίο κι αυτά είναι τα περιεχόμενά του:

Συγκεκριμένα εντοπίσαμε τη 2η έκδοση του 1977 υπό του Ν.Βότση.

Το συγκεκριμένο περιστατικό, σ’ αυτή την έκδοση (4τομη) δεν αναφέρεται πουθενά!

Σημαντικό όμως είναι και το εξής: Δ.Φωτιάδης (1898 – 1988) δεν ήταν ιστορικός αλλά λογοτέχνης, που ασχολήθηκε με την Ελληνική Επανάσταση, ενώ το βιβλίο του το έγραψε σχετικά πρόσφατα (1971-72) και δεν χρησιμοποιεί παραπομπές, ούτε αναφέρει πηγές (ο κύριος λόγος που δεν θεωρείται έγκυρος ιστορικός). 

Εν κατακλείδι, το επεισόδιο αυτό πιθανότατα συνέβη μόνο στη φαντασία του αρθρογράφου κι όχι στην πραγματικότητα.


Άλλες πηγές για μελέτη: penelope.uchicago.edu, persee.fr