Ποιοι είμαστε
Αρχική Δεν έχει επιβεβαιωθεί ότι η βιταμίνη D μπορεί να βοηθήσει κατά της COVID-19ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΨΕΥΔΟΕΠΙΣΤΗΜΗ

Δεν έχει επιβεβαιωθεί ότι η βιταμίνη D μπορεί να βοηθήσει κατά της COVID-19

14 Οκτ
2021

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 4 έτη.

Ισχυρισμός:

Νέα μελέτη απέδειξε ότι υψηλά επίπεδα βιταμίνης D εξασφαλίζουν σχεδόν μηδενικό ρίσκο θανάτου λόγω της COVID-19.

Συμπέρασμα:

Πρόκειται για προδημοσίευση που δεν έχει ελεγχθεί ακόμη από ομοτίμους για την εγκυρότητά της. Εργασίες που έχουν ελεγχθεί από ομοτίμους και ανασκοπήσεις θεσμών υγείας, δείχνουν ότι δε μπορεί ακόμη να τεκμηριωθεί τυχόν όφελος της βιταμίνης D έναντι της COVID-19, καθώς τα διαθέσιμα στοιχεία είναι χαμηλής αξιοπιστίας και δε λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τρίτους παράγοντες, όπως τα υποκείμενα νοσήματα των νοσηλευόμενων με COVID-19.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, νέα μελέτη απέδειξε ότι υψηλά επίπεδα βιταμίνης D εξασφαλίζουν σχεδόν μηδενικό ρίσκο θανάτου λόγω της COVID-19. Στην πραγματικότητα ωστόσο, πρόκειται για διαστρέβλωση των διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων.

Ο ισχυρισμός αναρτήθηκε αρχικά στη σελίδα mariosdimopoulos.com, και σύμφωνα με τη σύνοψη που παρατέθηκε:

Στις 25 Σεπτεμβρίου του 2021 έγινε προδημοσίευση μιας μελέτης στο medRxiv με τίτλο “ COVID-19 mortality risk correlates inversely with vitamin D3 status, and a mortality rate close to zero could theoretically be achieved at 50 ng/ml 25(OH)D3: Results of a systematic review and meta-analysis” (Ο κίνδυνος θνησιμότητας από τον COVID-19 συσχετίζεται αντιστρόφως με την κατάσταση της βιταμίνης D3 και ένα ποσοστό θνησιμότητας κοντά στο μηδέν θα μπορούσε θεωρητικά να επιτευχθεί στα 50 ng/ml 25 (OH) D3: Αποτελέσματα συστηματικής ανασκόπησης και μετα-ανάλυσης).

Όπως έχουμε δείξει σε προηγούμενα άρθρα μας, ο ιδιοκτήτης της ιστοσελίδας, Μάριος Δημόπουλος, προωθεί εδώ και χρόνια ψευδοεπιστημονικές συμβουλές αναφορικά με ζητήματα υγείας. Παραπέμποντας στο επίμαχο άρθρο του, ο κ. Δημόπουλος υποστήριξε ότι «κάποιοι γραφικοί δεν θέλουν να αποδεχθούν την αλήθεια, ότι η βιταμίνη D είναι το υπερόπλο για την πρόληψη του COVID-19»:

Στη συνέχεια, ο Βασσάρας Αλέξανδρος, που δηλώνει ιατρός στο νοσοκομείο Παπαγεωργίου, αναπαρήγαγε την παραπάνω δήλωση και ισχυρίστηκε ότι η αξία της βιταμίνης D αποκρύβεται από τις αρχές, με σκοπό την προώθηση του εμβολιασμού:

Τι ισχύει

Καταρχάς, είναι σκόπιμο να τονίσουμε ότι η επίμαχη μελέτη αποτελεί προδημοσίευση, δηλαδή η εγκυρότητά της δεν έχει εξεταστεί ακόμη από ομοτίμους και η ίδια δεν έχει δημοσιευτεί σε επιστημονικό περιοδικό. Επίσης, οι 3 συντάκτες της μελέτης εμφανίζουν ασυνήθιστο υπόβαθρο σε σχέση με ερευνητές που δημοσιεύουν σχετικές εργασίες σε έγκριτα περιοδικά.

Ο Lorenz Borsche δηλώνει ότι σπούδασε φυσική και κοινωνιολογία, ενώ λίγους μήνες πριν την ανάρτηση της μελέτης, εξέδωσε βιβλίο που υποστήριζε τον ισχυρισμό περί σπουδαιότητας της βιταμίνης D έναντι της COVID-19. Ο Bernd Glauner δηλώνει συνταξιοδοτημένος βιοχημικός. Το όνομα του εντοπίζεται μόνο σε ορισμένες σποραδικές δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά από τη δεκαετία του 1980, ενώ προ μηνών είχε υποστηρίξει σε κοινή επιστολή με τον Borsche το ίδιο ισχυρισμό για τη βιταμίνη D, απευθυνόμενος στην καγκελάριο της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ. Ο Julian von Mendel δηλώνει πτυχιούχος του πανεπιστημίου IU, που διαθέτει σπουδές μόνο στη διοίκηση επιχειρήσεων και στην πληροφορική, ενώ το όνομά του εμφανίζεται στην ομάδα μιας τετραμελούς τεχνολογικής εταιρείας.

Η επίμαχη μελέτη αποτελεί μια ανασκόπηση βιβλιογραφίας, η οποία καταγράφει αρνητική σχέση μεταξύ της πιθανότητας θανάτου ασθενών με COVID-19 και των επιπέδων της βιταμίνης D3, ενός τύπου βιταμίνης D, στο αίμα τους. Προεκτείνοντας αυτόν το συσχετισμό, οι ερευνητές ισχυρίζονται ότι εντόπισαν το επίπεδο βιταμίνης που μπορεί να προστατέψει απολύτως από θάνατο λόγω της COVID-19.

Το θεμελιώδες πρόβλημα της μελέτης είναι ότι μεταφράζει τη συσχέτιση της βιταμίνης D3 και θανάτου από COVID-19 ως αιτιώδη. Με απλά λόγια οι ερευνητές κάνουν τον αυθαίρετο ισχυρισμό ότι τα επίπεδα βιταμίνης D3 ευθύνονται για το πόσο μεγάλο θα είναι το ρίσκο θανάτου από COVID-19. Ωστόσο στην ανάλυση τους δεν εξετάζεται το κατά πόσο μπορεί να ευθύνονται τρίτοι παράγοντες για τον εν λόγω συσχετισμό. Έτσι, ένας σχολιαστής έκανε την εξής ερώτηση, παραπέμποντας σε σχετική ανασκόπηση βιβλιογραφίας:

Δεδομένου ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D συσχετίζονται με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου, καρδιακών παθήσεων, διαβήτη και διαφόρων αυτοάνοσων, νευρολογικών και φλεγμονωδών νοσημάτων, πώς λάβατε υπόψη την επιρροή τέτοιων παθήσεων στην εξέλιξη της νόσου;

Ο συντάκτης Julian von Mendel απάντησε ως εξής:

Το μοντέλο μηχανικής μάθησης του “The Economist” χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση του κινδύνου θανάτου με βάση το φύλο, την ηλικία και την ύπαρξη ή όχι διαβήτη. Άλλες συννοσηρότητες δεν ελήφθησαν υπόψη στην ανάλυσή μας. Ωστόσο, όταν κανείς μελετά τα αποτελέσματα του μοντέλου, διαπιστώνει ότι τρίτοι παράγοντες παίζουν μικρότερο ρόλο.

Στην πραγματικότητα, ενώ οι παράγοντες ηλικίας, φύλου και διαβήτη που καταγράφηκαν αποτελούν κάποια από τα βασικά κριτήρια ρίσκου για βαριά νόσηση COVID-19, υπάρχουν πολλοί περισσότεροι παράγοντες που θα μπορούσαν να εξηγούν τον παρατηρούμενο συσχετισμό, ειδικά σε μεταξύ τους συνδυασμό.

Μελέτη του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) που συμπεριέλαβε περισσότερο από μισό εκατομμύριο νοσηλευόμενους με COVID-19, διαπίστωσε ότι στις πιο ευπαθείς ηλικίες των 65 ετών και άνω, περισσότερο από 1 στους 3 παρουσίαζε καρδιαγγειακή νόσο, και ένα παρόμοιο ποσοστό χρόνια νεφρικά προβλήματα. Η μελέτη εκτίμησε ότι ο πρώτος παράγοντας αύξανε το ρίσκο θανάτου κατά 14%, ενώ ο δεύτερος κατά 21%. Συνδυαστικά όμως, οι παράγοντες ρίσκου ήταν ακόμη πιο επιζήμιοι. Συγκεκριμένα, η παρουσία 2 με 5 υποκείμενων νοσημάτων ταυτόχρονα, αύξανε το ρίσκο θανάτου κατά 155%. Συνολικά, το 82% των νοσηλευόμενων παρουσίαζε από 2 μέχρι και άνω των 10 υποκείμενων νοσημάτων.

Αντίστοιχα συμπεράσματα προκύπτουν και από το μοντέλο του “The Economist” που χρησιμοποίησε η μελέτη. Σύμφωνα με το μοντέλο, ένας άντρας 70 ετών χωρίς υποκείμενα νοσήματα ο οποίος καταγράφεται ως κρούσμα COVID-19, έχει 4.7% πιθανότητα να πεθάνει. Αν όμως ο άντρας έχει επίσης σοβαρά καρδιακά και χρόνια νεφρικά προβλήματα, η πιθανότητα φτάνει στο 13.5%, δηλαδή σχεδόν τριπλασιάζεται. Η προδημοσίευση δεν έλαβε υπόψη την παρουσία αντίστοιχων παθήσεων εκτός του διαβήτη, συνεπώς δε μπόρεσε να ελέγξει κατά πόσο αυτές εξηγούν τόσο τη μειωμένη καταγραφή βιταμίνης D3, όσο και την αυξημένη θνητότητα.

Μια άλλη πρόσφατη ανασκόπηση που εξέτασε το συσχετισμό μεταξύ επιπέδων βιταμίνης D και βαρύτητας της COVID-19, και δημοσιεύτηκε σε επιστημονικό περιοδικό, παρατήρησε επίσης την αρνητική σχέση μεταξύ των δύο παραγόντων. Ωστόσο, όπως τόνισε:

Ένας περιορισμός της μελέτης μας είναι η αδυναμία της να εκτιμήσει ανεξάρτητα το ρόλο τρίτων κρυφών μεταβλητών, όπως η παχυσαρκία, το σκούρο χρώμα του δέρματος, οι φυλές εκτός της λευκής, ο διαβήτης και η προχωρημένη ηλικία, που αποτελούν παράγοντες ρίσκου και για σοβαρότερη νόσηση COVID-19 και για ανεπάρκεια βιταμίνης D. Οι περισσότερες από τις συμπεριλαμβανόμενες μελέτες δε σταθμίστηκαν για τυχόν κρυφές μεταβλητές, συμπεριλαμβανομένου του βάρους, της φυλής και της ηλικίας, και επομένως αυτά τα αποτελέσματα αντιπροσωπεύουν κυρίως μια συσχέτιση και μπορεί να μην προβλέπουν αιτιότητα.

Μια ακόμη ερευνητική ομάδα που δημοσίευσε σε επιστημονικό περιοδικό μια αντίστοιχη ανασκόπηση για τη βιταμίνη D και την COVID-19, εξήγησε αναλυτικότερα σε ξεχωριστή επιστολή της το πόσο ανεπαρκή ήταν τα διαθέσιμα στοιχεία για την υποστήριξη μιας αιτιώδους σύνδεσης προστασίας. Εκτός από έλλειψη καταγραφής κρυφών μεταβλητών, η επιστολή σημείωσε ακόμη μεθοδολογικά κενά και αντιφάσεις μεταξύ των διαθέσιμων μελετών, και έκλεισε υπογραμμίζοντας ότι προκαταρκτικές παρατηρήσεις προ της πανδημίας για το όφελος της βιταμίνης D, δεν είχαν επαληθευτεί σε μετέπειτα μελέτες που μπορούσαν να ελέγξουν για σχέση αιτιότητας.

Μια ανασκόπηση επί των μοριακών μηχανισμών της βιταμίνης D, έδειξε ότι υπάρχει θεωρητική βάση για κάποια παροχή προστασίας έναντι της COVID-19. Ωστόσο, σημείωσε ότι το εύρημα αυτό δεν είχε τεκμηριωθεί ακόμα κλινικά.

Συνολικά, ο θεσμός των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ (NIH), αναφέρει στην ιστοσελίδα του ότι:

Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία ώστε να συστήσουμε είτε υπέρ είτε κατά της χρήσης της βιταμίνης D για την πρόληψη ή τη θεραπεία της COVID-19.

Σε αντίστοιχα συμπεράσματα είχαν φτάσει και θεσμοί υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου σε προηγούμενη ανασκόπησή τους.

Τέλος, ο θεσμός Cochrane εξέτασε συστηματικά τα στοιχεία για τη χορήγηση της βιταμίνης D ως αγωγής κατά τη διάρκεια της νόσησης COVID-19, και συμπέρανε:

Επί του παρόντος, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να προσδιοριστούν τα οφέλη και τα ρίσκα της χορήγησης βιταμίνης D ως αγωγής κατά της COVID-19. Τα στοιχεία για την αποτελεσματικότητα των συμπληρωμάτων βιταμίνης D για τη θεραπεία της COVID-19 είναι πολύ αβέβαια. Επιπλέον, βρήκαμε μόνο περιορισμένες πληροφορίες ασφάλειας, και προβληματιστήκαμε για τη συνέπεια στη μέτρηση και την καταγραφή των αποτελεσμάτων.

Συμπέρασμα

Ο ισχυρισμός ότι νέα μελέτη απέδειξε πως υψηλά επίπεδα βιταμίνης D εξασφαλίζουν σχεδόν μηδενικό ρίσκο θανάτου COVID-19, είναι ψευδοεπιστημονικός. Πρόκειται για προδημοσίευση που δεν έχει ελεγχθεί ακόμη από ομοτίμους για την εγκυρότητά της. Εργασίες που έχουν ελεγχθεί από ομοτίμους και ανασκοπήσεις θεσμών υγείας, δείχνουν ότι δε μπορεί ακόμη να τεκμηριωθεί τυχόν όφελος της βιταμίνης D έναντι της COVID-19, καθώς τα διαθέσιμα στοιχεία είναι χαμηλής αξιοπιστίας και δε λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τρίτους παράγοντες, όπως τα υποκείμενα νοσήματα των νοσηλευόμενων με COVID-19.

Είναι απόφοιτος του Τμήματος Πληροφορικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Μακεδονίας – Θράκης (ΕΣΗΕΜ-Θ). Κατά την πανδημία της COVID-19, εστίασε στην έρευνα της ψευδοεπιστημονικής παραπληροφόρησης.