Ποιοι είμαστε
Αρχική Όχι, μελέτη στη Νότια Κορέα ΔΕΝ έδειξε πως τα εμβόλια mRNA αυξάνουν τον κίνδυνο μυοκαρδίτιδας κατά 620%ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΨΕΥΔΟΕΠΙΣΤΗΜΗ

Όχι, μελέτη στη Νότια Κορέα ΔΕΝ έδειξε πως τα εμβόλια mRNA αυξάνουν τον κίνδυνο μυοκαρδίτιδας κατά 620%

30 Σεπ
2024

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 11 μήνες.

Ισχυρισμός 1:

Μελέτη στη Νότια Κορέα έδειξε πως τα εμβόλια mRNA κατά της COVID-19 αυξάνουν τον κίνδυνο μυοκαρδίτιδας κατά 620%

Συμπέρασμα 1:

Η μελέτη που επικαλούνται τα υπό εξέταση δημοσιεύματα δεν σχεδιάστηκε για να μελετήσει τυχόν αύξηση του κινδύνου μυοκαρδίτιδας μετά τον εμβολιασμό. Οι συγγραφείς αναφέρουν το αυξημένο ρίσκο μυοκαρδίτιδας, που είναι ήδη γνωστό στην επιστημονική κοινότητα, ως παράδειγμα ανεπιθύμητης ενέργειας μετά τον εμβολιασμό. Η μελέτη ερεύνησε την πιθανότητα αύξησης του κινδύνου αυτοάνοσων νοσημάτων του συνδετικού ιστού, και διαπίστωσε μικρή επίδραση στην πιθανότητα αύξησης ορισμένων από αυτών, όπως η γυροειδής αλωπεκία, η ψωρίαση και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, μετά τον εμβολιασμό με αναμνηστική δόση,όχι τον αρχικό εμβολιασμό. Επιπροσθέτως, οι ερευνητές αναφέρουν πως ο πληθυσμός της ανάλυσης ήταν μια ενιαία εθνική ομάδα και, λόγω της συσχέτισης των αυτοάνοσων παθήσεων με την εθνικότητα, τα αποτελέσματα ενδέχεται να μη μπορούν να γενικευτούν. Τονίζουν επίσης πως επειδή η ανάπτυξη αυτών των παθήσεων μπορεί να διαρκέσει χρόνια έως δεκαετίες, ορισμένες περιπτώσεις που καταγράφηκαν θα μπορούσαν να είχαν εμφανιστεί στην πραγματικότητα πριν τον εμβολιασμό.

Ισχυρισμός 2:

Μελέτη 125 χωρών αποκαλύπτει πως τα εμβόλια κατά της COVID-19 συνέβαλαν σε 17 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως

Συμπέρασμα 2:

O ισχυρισμός βασίζεται σε μια ανάλυση πληθυσμού που βρίθει μεθοδολογικών και στατιστικών σφαλμάτων, δεν δημοσιεύτηκε σε επιστημονικό περιοδικό, ούτε εξετάστηκε από ομότιμους, ώστε να επαληθευτούν τα ευρήματά της, ενώ επιδεικτικά επιλέγει να αγνοήσει τους θανάτους που προκλήθηκαν από COVID-19. Τα στατιστικά στοιχεία και οι μέχρι τώρα μελέτες δείχνουν πως, σε επίπεδο πληθυσμού, η γενική θνησιμότητα από όλες τις αιτίες παραμένει χαμηλότερη σε χώρες με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, ενώ μειώθηκε σημαντικά μετά την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης, την εποχή που η Omicron έγινε η επικρατούσα παραλλαγή του ιού. Η θνησιμότητα από κάθε αιτία καθώς και τα ποσοστά επισκέψεων σε νοσοκομεία και νοσηλειών βρέθηκαν χαμηλότερα σε εμβολιασμένα άτομα παρά σε άτομα που είχαν προηγουμένως νοσήσει.

Από τα μέσα Αυγούστου του 2024, δημοσιεύματα σε ιστοσελίδες και αναρτήσεις στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ξεκίνησαν να προβάλλουν τον ισχυρισμό πως πρόσφατη νοτιοκορεάτικη μελέτη έδειξε πως τα εμβόλια mRNA κατά της COVID-19 αυξάνουν τον κίνδυνο μυοκαρδίτιδας κατά 620%. Τα υπό εξέταση δημοσιεύματα αναφέρονται επίσης σε ανάλυση πληθυσμού, η οποία υποτίθεται ότι απέδειξε πως τα ίδια εμβόλια σχετίζονται με 16,7 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως. Όμως, όπως θα αναλύσουμε στο παρόν άρθρο, οι ισχυρισμοί αυτοί είναι ψευδείς και βασίζονται στην παρερμηνεία επιστημονικής μελέτης σχετικά με την επίπτωση σε αυτοάνοσες παθήσεις του συνδετικού ιστού (δηλ. του ιστού που στηρίζει διάφορα όργανα και δομές στο σώμα, όπως τένοντες, χόνδρους και αγγεία), αλλά και σε παραπλανητικά δεδομένα ψευδοεπιστημονικής ανάλυσης αντίστοιχα.

Παραδείγματα δημοσιευμάτων: newsbreak.gr, orthodoxostypos.gr, choratouaxoritou.gr, enromiosini.gr, karditsastakra.com, dikografies.blogspot.com

Παραδείγματα αναρτήσεων στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης:

Είναι σκόπιμο να αναφέρουμε πως το δημοσίευμα της ιστοσελίδας NewsBreak, που αποτέλεσε την αρχική πηγή του ισχυρισμού, ενώ αρχικά παρουσίαζε στον τίτλο του τον ισχυρισμό περί «αύξησης της μυοκαρδίτιδας κατά 620%» στη συνέχεια άλλαξε τον τίτλο του, αντικαθιστώντας τη μυοκαρδίτιδα, και το φερόμενο ποσοστό αύξησής της, με τις αυτοάνοσες παθήσεις του συνδετικού ιστού. Ωστόσο, το περιεχόμενο των δημοσιευμάτων εξακολουθεί να προβάλλει ψευδείς ισχυρισμούς, τους οποίους θα εξετάσουμε στη συνέχεια:


Αριστερά: το πρωτότυπο δημοσίευμα
Δεξιά: το ίδιο δημοσίευμα μετά την αλλαγή του τίτλου


Τι ισχύει

Τα υπό εξέταση δημοσιεύματα επικαλούνται μελέτη με τίτλο “Long-term risk of autoimmune diseases after mRNA-based SARS-CoV2 vaccination in a Korean, nationwide, population-based cohort study“. Όπως προκύπτει και από τον τίτλο της, η μελέτη δεν αφορά τη μυοκαρδίτιδα, αλλά τις αυτοάνοσες ασθένειες (autoimmune diseases) και συγκεκριμένα αυτές του συνδετικού ιστού (autoimmune connective tissue diseases, AI-CTD). Αυτό γίνεται σαφές, ήδη από την περίληψη και την εισαγωγή της μελέτης:

“Σε αυτήν τη μελέτη κοόρτης σε εθνικό επίπεδο, με βάση τον πληθυσμό, στην οποία συμμετείχαν 9.258.803 άτομα, στοχεύουμε να προσδιορίσουμε εάν η επίπτωση των AI-CTD σχετίζεται με τον εμβολιασμό με mRNA”.

Τα υπό εξέταση δημοσιεύματα ισχυρίζονται πως η εν λόγω μελέτη διαπίστωσε αύξηση της μυοκαρδίτιδας αλλά και του συνδρόμου Guillain-Barre (GBS):

Οι συγγραφείς της μελέτης προσπάθησαν να προσδιορίσουν τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο των AI-CTDs μετά την ένεση με εμβόλια COVID-19. Ενώ η μελέτη τους δεν βρήκε καμία σχέση με τα AI-CTDs με τον αρχικό εμβολιασμό, βρήκε άλλες καταστάσεις που συνδέονται με τις ενέσεις COVID-19, όπως η καρδιακή φλεγμονή και το σύνδρομο Guillain-Barre (GBS), μια σπάνια νευρολογική διαταραχή.

Διαπίστωσαν ότι οι ενέσεις COVID-19 αύξησαν τον κίνδυνο ανάπτυξης μυοκαρδίτιδας κατά 620% στην ομάδα εμβολιασμού σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Ο κίνδυνος εμφάνισης περικαρδίτιδας (φλεγμονή του βλεννογόνου της καρδιάς) αυξήθηκε κατά 175% στην ομάδα εμβολιασμού και ο κίνδυνος ανάπτυξης GBS αυξήθηκε κατά 62%.

Ωστόσο στην πραγματικότητα η μυοκαρδίτιδα αναφέρεται στην εισαγωγή της μελέτης, καθώς και σε συγκριτικό γράφημα, αποκλειστικά και μόνο ως παράδειγμα καταγεγραμμένης ανεπιθύμητης αντίδρασης και δεν αποτελεί νέο εύρημα:

Αν και τα εμβόλια κατά της COVID-19 έχουν διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην καταπολέμηση της πανδημίας, το εμβόλιο mRNA COVID-19 φέρεται να σχετίζεται επίσης με ανεπιθύμητες ενέργειες, ιδίως καρδιακές επιπλοκές όπως μυο- και περικαρδίτιδα. […] Ενώ προηγούμενες μελέτες έχουν υποδείξει συσχέτιση μεταξύ εμβολίων mRNA και αρκετών συστηματικών αυτοάνοσων νοσημάτων, υπάρχουν περιορισμένες μελέτες που καταδεικνύουν την ανάπτυξη AI-CTD μετά από εμβολιασμό με mRNA σε μεγάλους πληθυσμούς για περίοδο > 1 έτους, παρά τη χαμηλή επίπτωση και την αργή ανάπτυξη της ΑΙ -CTDs. […]

Σε αυτή τη μελέτη, στοχεύουμε να προσδιορίσουμε εάν η συχνότητα εμφάνισης AI-CTD σχετίζεται με τον εμβολιασμό mRNA κατά του SARS-CoV2.

Επιπροσθέτως, τα υπό εξέταση δημοσιεύματα αναφέρονται στην επίπτωση των αυτοάνοσων ασθενειών του συνδετικού ιστού (autoimmune connective tissue diseases, AI-CTD), χωρίς όμως να παρουσιάζουν την πλήρη εικόνα:

Διαπίστωσαν ότι οι ενέσεις COVID-19 αύξησαν τον κίνδυνο ανάπτυξης αυτοάνοσης νόσου του συνδετικού ιστού στην ομάδα εμβολιασμού σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.

Επιπλέον, οι Νοτιοκορεάτες ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι αναμνηστικές δόσεις συσχετίστηκαν με αυξημένους κινδύνους ανάπτυξης ορισμένων AI-CTDs. Αυτό θα μπορούσε να συσχετιστεί με αυτοάνοσες εξάρσεις μετά από επαναλαμβανόμενο εμβολιασμό mRNA, προκαλώντας την ενεργοποίηση και την εκδήλωση αδρανών ασθενειών στο σώμα.

Όπως ορθά αναφέρουν τα δημοσιεύματα στη συνέχεια του κειμένου τους, η αύξηση που παρατηρήθηκε αφορούσε τις αναμνηστικές δόσεις των εμβολίων κατά της COVID-19, όχι γενικώς οποιαδήποτε δόση εμβολίου.

Ωστόσο, τα υπό εξέταση δημοσιεύματα παραλείπουν σημαντικούς περιορισμούς της μελέτης, τους οποίους θα εξετάσουμε στη συνέχεια. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της, παρά τη μικρή αύξηση που παρατηρήθηκε στη μελέτη, οι εν λόγω περιορισμοί καθιστούν τα αποτελέσματα της μη επαρκή για να τεκμηριώσουν αυξημένο κίνδυνο για το σύνολο των AI-CTD μετά τον εμβολιασμό.

Οι συγγραφείς της μελέτης αναφέρονται στην υπόθεση ο επαναλαμβανόμενος εμβολιασμός να προκαλεί την ενεργοποίηση και τη διάγνωση υποκλινικών ασθενειών, όχι αδρανών (δηλαδή λανθανουσών) ασθενειών. Ο όρος «υποκλινική ασθένεια» περιγράφει μια ασθένεια η οποία προϋπάρχει αλλά δεν έχει εκδηλώσει εμφανή συμπτώματα ώστε να μπορεί να διαγνωστεί σε κλινικό επίπεδο από κλινικές εξετάσεις. Αυτό δεν σημαίνει πως η ασθένεια είναι αδρανής ή πως δεν επηρεάζει αρνητικά τον οργανισμό ήδη πριν από την εκδήλωση των συμπτωμάτων.

Στόχος, μεθοδολογία, και αποτελέσματα της μελέτης

Όπως αναφέραμε προηγουμένως, η υπό εξέταση μελέτη αφορούσε τη διερεύνηση τυχόν συσχέτισης της συχνότητας εμφάνισης αυτοάνοσων ασθενειών του συνδετικού ιστού (autoimmune connective tissue diseases, AI-CTD) με τα εμβόλια mRNA κατά της COVID-19. Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς χρησιμοποίησαν δεδομένα από τη βάση δεδομένων του Οργανισμού Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων της Κορέας (KDCA), προκειμένου να προσδιορίσουν εάν ο κίνδυνος ανάπτυξης αυτοάνοσων ασθενειών του συνδετικού ιστού αυξάνεται μετά τον εμβολιασμό.

Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν πως κατά τον αρχικό εμβολιασμό δεν παρατηρήθηκε αύξηση στη συχνότητα εμφάνισης της πλειονότητας των υπό εξέταση ασθενειών, με εξαίρεση τον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο. Σχετικά με αυτό το εύρημα, οι συγγραφείς αναφέρουν πως τα άτομα στην ομάδα εμβολιασμού διέτρεχαν εξ αρχής υψηλότερο ρίσκο εμφάνισης της εν λόγω ασθένειας από την ομάδα ελέγχου:

“Ωστόσο, τα άτομα στην κοόρτη εμβολιασμού mRNA διέτρεχαν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (SLE) (aHR, 1,16; 99% CI, 1,02-1,32) από εκείνα της κοόρτης ιστορικού ελέγχου”.

Όσον αφορά τον αναμνηστικό εμβολιασμό, τον οποίο οι ερευνητές εξέτασαν ξεχωριστά, παρατηρήθηκε μια πιθανή συσχέτιση με την εμφάνιση ορισμένων αυτοάνοσων παθήσεων του συνδετικού ιστού, όπως τη γυροειδή αλωπεκία, την ψωρίαση και τη ρευματοειδή αρθρίτιδα.

Δεδομένων των περιορισμών της μελέτης, αλλά και της ιδιαιτερότητας των ασθενειών που μελετήθηκαν όσον αφορά τη χρονική διάρκεια της εκδήλωσης τους, οι ερευνητές κατέληξαν στο συνολικό συμπέρασμα πως στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα mRNA εμβόλια δεν σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης AI-CTD, ωστόσο απαιτείται περαιτέρω μελέτη σχετικά με συγκεκριμένες από αυτές:

“Αναφέρουμε ότι ο κίνδυνος ανάπτυξης των περισσότερων AI-CTDs δεν αυξήθηκε μετά τον εμβολιασμό με mRNA, εκτός από τον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο με 1,16 φορές τον κίνδυνο σε εμβολιασμένα άτομα σε σχέση με τους ελέγχους. Συγκρίσιμα αποτελέσματα αναφέρθηκαν στις στρωματοποιημένες αναλύσεις για την ηλικία, το φύλο, τον τύπο εμβολίου mRNA και το προηγούμενο ιστορικό εμβολιασμού χωρίς mRNA. Ωστόσο, ένας αναμνηστικός εμβολιασμός συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο ορισμένων AI-CTDs συμπεριλαμβανομένης της γυροειδής αλωπεκίας, της ψωρίασης και της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.

Συνολικά, συμπεραίνουμε ότι οι εμβολιασμοί που βασίζονται σε mRNA δεν σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο των περισσότερων AI-CTD, αν και απαιτείται περαιτέρω έρευνα σχετικά με την πιθανή συσχέτισή τους με ορισμένες καταστάσεις”.

Η γραφική παράσταση αθροιστικής επίπτωσης δείχνει τις αθροιστικές συχνότητες αυτοάνοσων ασθενειών του συνδετικού ιστού σε κοόρτη εμβολιασμού COVID-19 που βασίζεται σε mRNA και κοόρτη ιστορικού ελέγχου. Η σκιασμένη περιοχή δείχνει ένα διάστημα εμπιστοσύνης 95% για τις αθροιστικές περιπτώσεις, Πηγή εικόνας: Long-term risk of autoimmune diseases after mRNA-based SARS-CoV2 vaccination in a Korean, nationwide, population-based cohort study, διάγραμμα 2, «Σωρευτικές περιπτώσεις εκβάσεων αυτοάνοσων ασθενειών του συνδετικού ιστού».

Στα συμπεράσματα, οι συγγραφείς αναφέρουν εκ νέου πως τα αποτελέσματα της μελέτης δεν τεκμηριώνουν συσχετισμό εμφάνισης AI-CTD με τον εμβολιασμό, ωστόσο παρατήρησαν αυξημένο ρίσκο ανάπτυξης κάποιων παθήσεων μετά τον αναμνηστικό εμβολιασμό. Το εν λόγω εύρημα όμως, όπως οι ίδιοι αναφέρουν, μπορεί να σχετίζεται με το δημογραφικό δείγμα της μελέτης και με την αργή ανάπτυξη των εν λόγω ασθενειών, με τα αποτελέσματά της να υποδηλώνουν την ανάγκη επιτήρησης:

“Δεν αναφέραμε προηγουμένως καμία σημαντική διαφορά στον κίνδυνο ανάπτυξης AI-CTDs μεταξύ της ομάδας εμβολιασμού mRNA και της ομάδας ιστορικού ελέγχου σε μια μέση παρακολούθηση 100 ημερών. Τα αποτελέσματά μας ήταν γενικά ευθυγραμμισμένα με την προηγούμενη μελέτη, αλλά βρήκαμε ορισμένα κενά στον αυξημένο κίνδυνο ορισμένων AI-CTDs, συμπεριλαμβανομένου του SLE. Αυτό μπορεί να αποδοθεί σε διαφορές στα δημογραφικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού της μελέτης και στις περιόδους παρατήρησης μεταξύ των μελετών. Δεδομένης της νωθρής πορείας των AI-CTDs, αυτά τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι μπορεί να δικαιολογείται μακροχρόνια επιτήρηση για την ανάπτυξη των AI-CTD μετά τον εμβολιασμό με mRNA”.

Αν και, όπως αναφέρουν οι ερευνητές, το αυξημένο ρίσκο που παρατήρησαν μετά τον αναμνηστικό εμβολιασμό ήταν μικρό, αυτό αφορούσε συγκεκριμένες παθήσεις των συνδετικών ιστών, όπως την αλωπεκία, την ψωρίαση και τη ρευματοειδή αρθρίτιδα. Οι ίδιοι αναφέρουν την υπόθεση πως ο επαναλαμβανόμενος εμβολιασμός μπορεί να αποτελέσει έναυσμα για την έξαρση προυπάρχοντων υποκλινικών ασθένειών, με αποτέλεσμα εν τέλει τη διάγνωσή τους, ωστόσο αυτή η υπόθεση θα πρέπει να ερμηνευτεί στο πλαίσιο της θετικής επίδρασης των εμβολίων, συγκεκριμένα της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας τους:

“Επιπλέον, η μελέτη μας διαπίστωσε ότι ο αναμνηστικός εμβολιασμός συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης ορισμένων AI-CTDs, όπως τη γυροειδή αλωπεκία, την ψωρίαση και τη ρευματοειδή αρθρίτιδα, αν και το μέγεθος της επίδρασης ήταν μικρό. Αυτό το εύρημα θα μπορούσε να συσχετιστεί με αυτοάνοσες εξάρσεις μετά από επαναλαμβανόμενο εμβολιασμό με mRNA, το οποίο μπορεί να προκαλέσει την ενεργοποίηση υποκλινικών ασθενειών με αποτέλεσμα τη διάγνωσή τους. Το αποτέλεσμα της μελέτης μας πιθανόν υποδεικνύει την ανάγκη για πρόσθετη παρακολούθηση κατά τη χορήγηση αναμνηστικών εμβολιασμών. Ωστόσο, θα πρέπει να ερμηνεύεται με προσοχή λόγω της δυνατής υγιούς επίδρασης του εμβολίου. Επιπλέον, οι αναμνηστικοί εμβολιασμοί έχουν δείξει σημαντική ασφάλεια και πιθανά οφέλη από τη βελτίωση της χυμικής ανοσολογικής απόκρισης αποτρέποντας τη διάγνωση του COVID-19 ή μειώνοντας τη σοβαρότητα της νόσου. Επιπλέον, μια πρόσθετη δόση του εμβολίου θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως στρατηγική για την αντιμετώπιση του περιορισμού της φθίνουσας αποτελεσματικότητάς του με την πάροδο του χρόνου”.

Τέλος, οι ερευνητές τονίζουν πως τα ευρήματα της μελέτης τους δεν είναι επαρκή και, κατά συνέπεια, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αποθαρρύνουν τον αναμνηστικό εμβολιασμό:

“Επομένως, τα αποτελέσματά μας δεν είναι επαρκή για να αποθαρρύνουν τον αναμνηστικό εμβολιασμό και υποδηλώνουν ότι μπορεί να είναι απαραίτητη η τακτική και μακροχρόνια παρακολούθηση για να διασφαλιστεί η έγκαιρη ανίχνευση και διαχείριση τυχόν αναδυόμενων κινδύνων που σχετίζονται με επαναλαμβανόμενους εμβολιασμούς”.

Στην ενότητα της συζήτησης της μελέτης, οι συγγραφείς αναφέρονται εκτενώς στους περιορισμούς της, δηλαδή στους παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν αρνητικά τα αποτελέσματά της. Συγκεκριμένα, αναφέρουν πως η μελέτη διεξήχθη σε μια εθνική ομάδα και, δεδομένου πως ο μηχανισμός των αυτοάνοσων ασθενειών διαφέρει μεταξύ διαφορετικών εθνικοτήτων, είναι πιθανό τα αποτελέσματά της να μη μπορούν να γενικευτούν:

Πρώτον, η ανάλυση διεξήχθη σε άτομα που ανήκουν σε μια ενιαία εθνική ομάδα. Δεδομένου ότι οι μονονουκλεοτιδικοί πολυμορφισμοί που σχετίζονται με αυτοάνοσες ασθένειες ποικίλλουν ανάλογα με την εθνικότητα, τα αποτελέσματά μας ενδέχεται να μην γενικεύονται σε άλλους πληθυσμούς.

Επιπροσθέτως, δεδομένου πως η ανάπτυξη των αυτοάνοσων ασθενειών του συνδετικού ιστού μπορεί να διαρκέσει έως δεκαετίες, η διάρκεια της παρακολούθησης (δύο έτη) κρίνεται πολύ μικρή, με υπαρκτή την πιθανότητα κάποιων περιστατικών που καταγράφηκαν στη μελέτη να είχαν εκδηλωθεί στην πραγματικότητα πριν από τον εμβολιασμό, σε υποκλινική μορφή (χωρίς συμπτώματα).

Δεύτερον, αν και η μελέτη μας έχει μία από τις μεγαλύτερες περιόδους παρακολούθησης μεταξύ των μελετών εμβολίων mRNA που έχουν αναφερθεί μέχρι σήμερα, αυτή η διάρκεια μπορεί να εξακολουθεί να θεωρείται πολύ μικρή, δεδομένου ότι η ανάπτυξη των AI-CTDs μπορεί να διαρκέσει χρόνια έως δεκαετίες μετά το έναυσμα. Επιπλέον, η περίοδος παρατήρησης των 2 ετών πριν από την ημερομηνία του δείκτη μπορεί να μην ήταν αρκετά μεγάλη για τον εντοπισμό προϋπαρχόντων AI-CTDs λόγω της αργής εμφάνισής τους. Ως εκ τούτου, ορισμένες περιπτώσεις περιστατικών σε αυτή τη μελέτη θα μπορούσαν να είχαν εμφανιστεί πριν από την παρατήρηση.

Εδώ οι συγγραφείς αναφέρουν επίσης την πιθανότητα υποδιάγνωσης των ασθενειών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με αποτέλεσμα η αύξηση που παρατήρησαν να είναι πλασματική, και να υποδηλώνει την επιστροφή της συχνότητας εμφάνισης σε προ-πανδημικά δεδομένα:

Τρίτον, λαμβάνοντας υπόψη την παγκόσμια μείωση της χρήσης υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, ορισμένα ενδιαφέροντα αποτελέσματα ενδέχεται να υποδιαγνώστηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Πέρα από το κείμενο της μελέτης, η μυοκαρδίτιδα και το σύνδρομο Guillain-Barre αναφέρονται επίσης ως παράδειγμα καταγεγραμμένης ανεπιθύμητης αντίδρασης, συγκεκριμένα ως παράδειγμα θετικού αποτελέσματος ελέγχου (positive control outcome) και στο γράφημα που κατατάσσει τις ασθένειες που αφορούσε η μελέτη. Ωστόσο, η επίπτωση της μυοκαρδίτιδας αναφέρεται μόνον για λόγους στατιστικής σύγκρισης και δεν προέκυψε από την ίδια τη μελέτη όπως ισχυρίζονται τα υπό εξέταση δημοσιεύματα:

Για να ελαχιστοποιηθούν οι διαφορές στα βασικά χαρακτηριστικά μεταξύ των κοορτών εμβολιασμού και ιστορικού ελέγχου, προκαθορισμένες συμμεταβλητές, συμπεριλαμβανομένων των δημογραφικών στοιχείων, της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και των συννοσηροτήτων, εξισορροπήθηκαν χρησιμοποιώντας αντίστροφη πιθανότητα στάθμισης της θεραπείας. Στη συνέχεια, η συχνότητα εμφάνισης στην κοόρτη εμβολιασμού σε σύγκριση με εκείνη στην κοόρτη ιστορικού ελέγχου υπολογίστηκε χρησιμοποιώντας πολυμεταβλητή ανάλυση αναλογικών κινδύνων Cox μετά από προσαρμογή για όλες τις προκαθορισμένες συμμεταβλητές. Το γράφημα απεικονίζει προσαρμοσμένους λόγους κινδύνου (aHRs) σε άτομα με εμβολιασμό COVID-19 βάσει mRNA σε σύγκριση με ιστορικούς ελέγχους, με το διάστημα εμπιστοσύνης (CI) προσαρμοσμένο στο 99,81% για τη διόρθωση Bonferroni, αλλά παρουσιάζεται ως 99% CI για απλότητα. Η εκτίμηση σημείου (κέντρο) αντιπροσωπεύει τον προσαρμοσμένο λόγο κινδύνου και η οριζόντια γραμμή (γραμμή σφάλματος) δείχνει το εύρος του διαστήματος εμπιστοσύνης 99%. Το ποσοστό επίπτωσης υπολογίστηκε ως ο αριθμός των συμβάντων διαιρεμένος με 10.000 ανθρωποέτη, παράλληλα με την παρουσίαση του πληθυσμό σε κίνδυνο.

Πηγή εικόνας: Long-term risk of autoimmune diseases after mRNA-based SARS-CoV2 vaccination in a Korean, nationwide, population-based cohort study, διάγραμμα 3, «Κίνδυνοι περιστατικών αυτοάνοσων διαταραχών του δέρματος και του συνδετικού ιστού στην κοόρτη εμβολιασμού COVID-19 που βασίζεται σε mRNA σε σύγκριση με την ιστορική κοόρτη ελέγχου».

Συνοπτικά, ο ισχυρισμός των υπό εξέταση αναρτήσεων για αύξηση της μυοκαρδίτιδας κατά 620% είναι ψευδής. Η μελέτη που επικαλούνται δεν αφορά τη μυοκαρδίτιδα αλλά αυτοάνοσες ασθένειες του συνδετικού ιστού, με τους συγγραφείς να διαπιστώνουν πιθανό αυξημένο ρίσκο για ορισμένες από αυτές, ωστόσο με αρκετούς περιορισμούς.

Είναι σημαντικό να τονισθεί πως το ποσοστό 620%, που αναφέρεται στον τίτλο των υπό εξέταση δημοσιευμάτων, δεν αναφέρεται πουθενά στο κείμενο της μελέτης.

Τι ισχύει για τη μυοκαρδίτιδα στο πλαίσιο της COVID-19 και των εμβολίων

Όπως έχουμε αναφέρει σε πρόσφατο σχετικό άρθρο μας, ενώ είναι γνωστό πως η η μυοκαρδίτιδα και η περικαρδίτιδα είναι καταγεγραμμένες ανεπιθύμητες ενέργειες των εμβολίων mRNA, κυρίως σε νεαρούς ενήλικες και έφηβους άνδρες, η συχνότητα εμφάνισής τους είναι ωστόσο πολύ σπάνια και οι επιπλοκές αυτές είναι κατά κανόνα ήπιας μορφής, που αντιμετωπίζεται εντός λίγων ημερών ή εβδομάδων με τυπική αγωγή. Η σχετική βιβλιογραφία πάνω στο ζήτημα της σύνδεσης εμβολιασμού με την μυοκαρδίτιδα δείχνει ότι, εφόσον η μυοκαρδίτιδα που προκαλείται από εμβολιασμό μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο, αυτή η έκβαση θα λάμβανε χώρα μόνο μια φορά ανά αρκετά εκατομμύρια περιπτώσεις εμβολιασμών. [πηγή 1][πηγή 2][πηγή 3][πηγή 4][πηγή 5]

Αντίθετα, το ποσοστό εμφάνισης μυοκαρδίτιδας είναι πολύ υψηλότερο μετά τη μόλυνση από τον ιό SARS-CoV-2 από ό,τι μετά τον εμβολιασμόΣυγκεκριμένα, ακόμη και στην ομάδα που παρουσιάζει με τον υψηλότερο κίνδυνο, τους άνδρες ηλικίας 12-17 ετών, ο κίνδυνος μυοκαρδίτιδας ήταν από 1,8 έως 5,6 φορές υψηλότερος μετά τη μόλυνση από SARS-CoV-2 σε σύγκριση με τον εμβολιασμό. Με αυτά τα δεδομένα, ο εμβολιασμός σχετίζεται με σημαντική μείωση της θνησιμότητας.

Όσον αφορά την προστασία που παρέχουν τα εμβόλια κατά της COVID-19 στο καρδιαγγειακό σύστημα, ανασκόπηση των δεδομένων επιτήρησης ασφαλείας από τις ΗΠΑ, η οποία συμπεριέλαβε 10.162.227 άτομα κατάλληλα για εμβολιασμό, έδειξε χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών εκβάσεων μετά από εμβόλια mRNA κατά της COVID-19 σε σχέση με τη μόλυνση από τον SARS-CoV-2.

Η ανακύκλωση του ισχυρισμού για 17 εκατομμύρια θανάτους από τα εμβόλια

Στα υπό εξέταση δημοσιεύματα αναπαράγεται, επίσης, ο ισχυρισμός πως μελέτη ερευνητών από το Correlation Research in the Public Interest έδειξε δήθεν πως τα εμβόλια κατά της COVID-19 συνέβαλαν σε 16,9 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως. Πρόκειται για ισχυρισμό ανάλογο του οποίου έχουμε ήδη καταρρίψει σε σχετικό μας άρθρο, με τίτλο «Όχι, ΔΕΝ έχουν πεθάνει 17 εκατομμύρια άνθρωποι από τα εμβόλια κατά της COVID», ο οποίος αυτή τη φορά προέρχεται από νέα μελέτη του ίδιου φορέα η οποία δημοσιεύτηκε στις 19 Ιουλίου του 2024.

Αρχικά, τόσο η παλαιότερη όσο και η πρόσφατη ανάλυση δεν δημοσιεύτηκαν σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό αλλά στην ιστοσελίδα του οργανισμού Correlation Research in the Public Interest. Επιπλέον, ουδέποτε αξιολογήθηκαν από ομότιμους ώστε να διαπιστωθεί αν η μεθοδολογία και τα δεδομένα τους μπορούν να επιβεβαιωθούν. Αξίζει να σημειωθεί πως ο παραπάνω οργανισμός αναγράφει στην ιστοσελίδα του ότι είναι ένας «εγγεγραμμένος μη κερδοσκοπικός οργανισμός που διεξάγει ανεξάρτητη επιστημονική έρευνα σε θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος» και πρόεδρός του είναι ο Joseph Hickey, πρώην αναλυτής δεδομένων στην Τράπεζα του Καναδά, ο οποίος δηλώνει στο προφίλ του, στον ιστότοπο του οργανισμού, πως “έχασε τη θέση του λόγω της εναντίωσής του στις εντολές της Καναδικής κυβέρνησης σχετικά με τον εμβολιασμό για την COVID-19“.

Είναι επίσης σκόπιμο να αναφέρουμε πως ο πρώην καθηγητής φυσικής Dennis Rancourt, ένας εκ των συγγραφέων των υπό εξέταση αναλύσεων, είναι διαβόητος στην επιστημονική κοινότητα λόγω των ισχυρισμών του πως οι ιοί, ανάμεσά τους και ο ιός SARS-CoV-2, δεν υπάρχουν.

Μελετώντας την αρχική ανάλυση, το Health Feedback αναφέρει πως, αν και οι αναλύσεις πληθυσμού είναι εύκολες στην πράξη, παρουσιάζουν αρκετούς περιορισμούς στη δυνατότητα εξαγωγής αξιόπιστων συμπερασμάτων. Στην προκειμένη περίπτωση, ένα από τα ελαττώματα της ερευνητικής μεθόδου της ομάδας του Rancourt ήταν πως οι ίδιοι δεν μπορούσαν να εξακριβώσουν την κατάσταση εμβολιασμού των ατόμων που πέθαναν, αφού μελετούσαν δεδομένα θνησιμότητας από όλες τις αιτίες, σε επίπεδο πληθυσμού και όχι σε ατομικό επίπεδο.

Η νέα έκδοση της ανάλυσης υποπίπτει στα ίδια μεθοδολογικά σφάλματα, καθώς υποθέτει αυθαίρετα πως το σύνολο της υπερβάλλουσας θνησιμότητας μετά την έναρξη του εμβολιαστικού προγράμματος σχετίζεται με τον εμβολιασμό, ενώ αγνοεί την ίδια την COVID-19 ως παράγοντα. Τα ανωτέρω επιβεβαιώνει και η ειδικευμένη στη νανοϊατρική και επικοινωνιολόγος της επιστήμης Dr. Susan Oliver σε πρόσφατο βίντεο (αρχειοθετημένο εδώ), στο οποίο καταρρίπτει τον ίδιο ισχυρισμό μετά την διάδοσή του από τον Dr. John Campbell:


Συνοπτικά, ο υπολογισμός θανάτων ως αποτέλεσμα του εμβολιασμού γίνεται εντελώς αυθαίρετα, δεδομένου πως λόγω της φύσης μιας ανάλυσης πληθυσμού δεν υπήρχε κανένας τρόπος να εξακριβωθεί η κατάσταση εμβολιασμού των ατόμων που πέθαναν, ούτε καν εάν αυτοί πέθαναν από COVID-19. Επιπροσθέτως, οι ερευνητές επιδεικτικά αγνόησαν την COVID-19 ως αιτία της αύξησης της υπερβάλλουσας θνησιμότητας σε αυτές.

Εξετάζοντας γραφήματα από τις ίδιες χώρες καθίσταται σαφές πως η αύξηση της υπερβάλλουσας θνησιμότητας από κάθε αίτιο συμπίπτει χρονικά και ποσοστιαία με περιόδους αύξησης θανάτων από COVID-19, γεγονός που στοιχειοθετεί συσχέτιση της θνητότητας με την ίδια την ασθένεια, και όχι με τον εμβολιασμό. Επιπροσθέτως, είναι εμφανές πως η αύξηση του ποσοστού εμβολιασμών δεν συνάδει με αύξηση της θνητότητας, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται μείωσή της.

Στο ακόλουθο γράφημα παρουσιάζεται το ποσοστό υπερβάλλουσας θνησιμότητας, το ποσοστό θανάτων από COVID-19, και το ποσοστό εμβολιασμών ανά εκατομμύριο κατοίκων από χώρες που συμπεριλήφθηκαν στις αναλύσεις του Rancourt:

Πηγή εικόνας: Prof Jeffrey S Morris, @jsm2334/Χ, μέσω Health Feedback

Στο ανωτέρω γράφημα, το ποσοστό υπερβάλλουσας θνησιμότητας σημειώνεται με γκρι χρώμα, το ποσοστό θανάτων από COVID-19 σημειώνεται με κόκκινο χρώμα και το ποσοστό εμβολιασμών σημειώνεται με μπλε χρώμα.

Μελετώντας το γράφημα, βλέπουμε πως στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η υπερβάλλουσα θνησιμότητα συμπίπτει χρονικά αλλά και ποσοστιαία με περιόδους κατά τις οποίες καταγράφονται αυξημένα ποσοστά θανάτων από COVID-19, ακόμα και πριν την κυκλοφορία των εμβολίων, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στην Βραζιλία, στη Χιλή, στην Κολομβία και στο Περού:

Στον αντίποδα, βλέπουμε πως σε πολλές χώρες, όπως για παράδειγμα στη Βραζιλία, στις Φιλιππίνες, στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία, η αύξηση του ποσοστού εμβολιασμών δεν συνάδει με αύξηση της υπερβάλλουσας θνησιμότητας εκτός αν αυτή συμπίπτει χρονικά με περιόδους έξαρσης των θανάτων από COVID-19:

Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα το γεγονός πως στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία, η αύξηση των εμβολιασμών, εκτός από την αποτροπή αύξησης του ποσοστού θανάτων από COVID-19, σχετίζεται χρονικά με μείωση της υπερβάλλουσας θνησιμότητας, όχι με αύξησή της.

Συμπέρασμα

Η μελέτη που επικαλούνται τα υπό εξέταση δημοσιεύματα δεν σχεδιάστηκε για να μελετήσει τυχόν αύξηση του κινδύνου μυοκαρδίτιδας μετά τον εμβολιασμό. Οι συγγραφείς αναφέρουν το αυξημένο ρίσκο μυοκαρδίτιδας, που είναι ήδη γνωστό στην επιστημονική κοινότητα, ως παράδειγμα ανεπιθύμητης ενέργειας μετά τον εμβολιασμό. Η μελέτη ερεύνησε την πιθανότητα αύξησης του κινδύνου αυτοάνοσων νοσημάτων του συνδετικού ιστού, και διαπίστωσε μικρή επίδραση στην πιθανότητα αύξησης ορισμένων από αυτών, όπως η γυροειδής αλωπεκία, η ψωρίαση και η ρευματοειδής αρθρίτιδα, μετά τον εμβολιασμό με αναμνηστική δόση, όχι τον αρχικό εμβολιασμό.

Επιπροσθέτως, οι ερευνητές αναφέρουν πως ο πληθυσμός της ανάλυσης ήταν μια ενιαία εθνική ομάδα και, λόγω της συσχέτισης των αυτοάνοσων παθήσεων με την εθνικότητα, τα αποτελέσματα ενδέχεται να μη μπορούν να γενικευτούν. Τονίζουν επίσης πως επειδή η ανάπτυξη αυτών των παθήσεων μπορεί να διαρκέσει χρόνια έως δεκαετίες, ορισμένες περιπτώσεις που καταγράφηκαν θα μπορούσαν να είχαν εμφανιστεί στην πραγματικότητα πριν τον εμβολιασμό.

Τέλος, ο ισχυρισμός πως τα εμβόλια συνέβαλαν ή προκάλεσαν 17 εκατομμύρια θανάτους βασίζεται σε μια ανάλυση πληθυσμού που βρίθει μεθοδολογικών και στατιστικών σφαλμάτων, δεν δημοσιεύτηκε σε επιστημονικό περιοδικό, ούτε εξετάστηκε από ομότιμους, ώστε να επαληθευτούν τα ευρήματά της, ενώ επιδεικτικά επιλέγει να αγνοήσει τους θανάτους που προκλήθηκαν από COVID-19. Τα στατιστικά στοιχεία και οι μέχρι τώρα μελέτες δείχνουν πως, σε επίπεδο πληθυσμού, η γενική θνησιμότητα από όλες τις αιτίες παραμένει χαμηλότερη σε χώρες με υψηλή εμβολιαστική κάλυψη, ενώ μειώθηκε σημαντικά μετά την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης, την εποχή που η Omicron έγινε η επικρατούσα παραλλαγή του ιού. Η θνησιμότητα από κάθε αιτία καθώς και τα ποσοστά επισκέψεων σε νοσοκομεία και νοσηλειών βρέθηκαν χαμηλότερα σε εμβολιασμένα άτομα παρά σε άτομα που είχαν προηγουμένως νοσήσει.


Πηγές που χρησιμοποιήθηκαν

  1. https://www.nature.com/articles/s41467-024-50656-8
  2. https://www.ellinikahoaxes.gr/2024/06/27/meleti-den-edeixe-pos-i-myokarditida-kai-i-perikarditida-emfanizontai-mono-meta-ton-emvoliasmo-kai-ochi-meta-apo-nosisi-apo-covid-19/
  3. https://link.springer.com/article/10.1007/s40267-022-00956-0#Sec11
  4. https://www.ahajournals.org/doi/10.1161/CIRCULATIONAHA.122.059970
  5. https://www.nature.com/articles/s41467-022-31401-5
  6. https://jamanetwork.com/journals/jamacardiology/fullarticle/2791253
  7. https://jamanetwork.com/journals/jamapediatrics/fullarticle/2798866
  8. https://academic.oup.com/eurheartjsupp/article/25/Supplement_A/A42/7036729
  9. https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/35389977/
  10. https://www.ellinikahoaxes.gr/2022/04/24/vaccinated-higher-mortality-than-unvaccinated-according-to-ons-pseudoscience/
  11. https://www.ellinikahoaxes.gr/2024/01/09/ochi-den-echoun-pethanei-17-ekatommyria-anthropoi-apo-ta-emvolia-kata-tis-covid/
  12. https://sciencebasedmedicine.org/denis-rancourt-and-no-virus-covid-19-symptoms-were-due-psychological-stress-from-the-pandemic-response/
  13. https://healthfeedback.org/claimreview/analysis-claiming-covid-19-vaccines-killed-17-million-people-flawed/

Έχει εργαστεί ως ανεξάρτητος δημοσιογράφος σε ηλεκτρονικά ΜΜΕ, στους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας.