Ποιοι είμαστε
Αρχική Ο Μέγας Αλέξανδρος ΔΕΝ σκότωσε τους Έλληνες αιχμαλώτους που πολέμησαν μαζί με τους Πέρσες στη μάχη του Γρανικού ποταμούΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ

Ο Μέγας Αλέξανδρος ΔΕΝ σκότωσε τους Έλληνες αιχμαλώτους που πολέμησαν μαζί με τους Πέρσες στη μάχη του Γρανικού ποταμού

8 Σεπ
2021

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 3 έτη.

Ισχυρισμός:

Ο Μέγας Αλέξανδρος σκότωσε όλους τους Έλληνες μισθοφόρους αιχμαλώτους, που πολέμησαν μαζί με τους Πέρσες.

Συμπέρασμα:

Οι αιχμάλωτοι Έλληνες μισθοφόροι που επέζησαν της μάχης στάλθηκαν δεμένοι στη Μακεδονία σε καταναγκαστικά έργα.

Σύμφωνα με ισχυρισμό που κυκλοφορεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μετά την μάχη στο Γρανικό ποταμό (334 π.Χ.) ο Μέγας Αλέξανδρος δεν σκότωσε τους Πέρσες αιχμαλώτους αλλά μόνο τους Έλληνες μισθοφόρους, χωρίς να αφήσει ούτε έναν ζωντανό. Όμως, σύμφωνα με τις διαθέσιμες ιστορικές πηγές, κάτι τέτοιο δεν συνέβη.

Παραδείγματα: Πατριωτικές Σελίδες FB, Πατριωτικός Σύνδεσμος, ΕΛΛΗΝ, Πατριωτικές δυνάμεις

Σχετική δημοσίευση στο Facebook:

Τι ισχύει

Ο παραπάνω ισχυρισμός δεν επιβεβαιώνεται ιστορικά, με βάση τις γνωστές ιστορικές πηγές. Αυτό που πραγματικά καταγράφεται είναι ότι ο Μ. Αλέξανδρος έθαψε τους πεσόντες αρχηγούς των Περσών αλλά και τους νεκρούς Έλληνες μισθοφόρους, που πολέμησαν μαζί με τους Πέρσες. Όσους έπιασε αιχμαλώτους τους έστειλε σιδηροδέσμιους στη Μακεδονία σε καταναγκαστικά έργα, όπως τα ορυχεία ή να καλλιεργούν τη γη, επειδή, παρά τις κοινές αποφάσεις των Ελλήνων, πολέμησαν μαζί με τους εχθρούς εναντίον της Ελλάδας.

Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο ο Βρετανός στρατιωτικός και ιστορικός Τζον Φρέντερικ Φούλερ στο βιβλίο του “Η ιδιοφυής στρατηγική του Μ. Αλεξάνδρου”:

Όταν το κέντρο του περσικού στρατού υποχώρησε, οι πτέρυγές του το έβαλαν στα πόδια, αλλά οι υποχωρούντες ιππείς απέφυγαν την καταδίωξη, επειδή οι έλληνες μισθοφόροι των Περσών εξακολουθούσαν να κλείνουν τον δρόμο του Αλεξάνδρου. Παρότι η φυγή δεν θα τους είχε σώσει, το ότι αντιστάθηκαν στον γενικευμένο πανικό δείχνει υψηλού βαθμού πειθαρχία. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο ζήτησαν έλεος, πράγμα που σήμαινε ότι ήταν πρόθυμοι να μπουν στην υπηρεσία του Αλεξάνδρου. Λυτός όμως λέγεται ότι απέρριψε το αίτημα και, στην περίπτωση που αυτό είναι αλήθεια, ο πιθανότερος λόγος του ήταν ότι αποφάσισε να τους χρησιμοποιήσει για παραδειγματισμό, ώστε να απ ο τραπούν άλλοι Έλληνες να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην Περσία· στα μάτια του ήταν προδότες. Διέταξε τους υπασπιστές του και τη φάλαγγα να τους επιτεθούν κατά μέτωπο, ενώ το ιππικό τούς επιτέθηκε από τα νώτα. Πολλοί σκοτώθηκαν και 2.000 παραδόθηκαν άνευ όρων. Σύμφωνα με τον Αρριανό οι μακεδονικές απώλειες ήταν είκοσι πέντε εταίροι, εξήντα άλλοι ιππείς και τριάντα πεζικάριοι, αριθμοί που πιθανόν είναι μικρότεροι από τους πραγματικούς. Παραλείποντας όμως τον άγνωστο αριθμό των απωλειών των Ελλήνων μισθοφόρων, οι 1.000 πέρσες ιππείς που αναφέρει ότι έχασαν τη ζωή τους είναι επίσης αριθμός που δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, καθώς στις μάχες του Αλεξάνδρου πρακτικά όλες οι εχθρικές απώλειες διογκώνονται για προπαγανδιστικούς λόγους.

Η μάχη του Γρανικού ποταμού (Μάιος ή Ιούνιος του 334 π.Χ.) και οι πηγές της

Όλες οι πρωτογενείς πηγές, όπως τα απομνημονεύματα που έγραψαν κάποιοι που μετείχαν στην εκστρατεία, τα βασιλικά αρχεία, συμπεριλαμβανομένων των περίφημων “Εφημερίδων” δηλαδή ένα ημερολόγιο εκστρατείας, αλλά και οι κυβερνητικές και διοικητικές αποφάσεις της εποχής χάθηκαν. Από τα έργα των σύγχρονων ή και λίγο μεταγενέστερων ιστορικών του δυστυχώς δε σώζονται παρά ελάχιστα αποσπάσματα (υπάρχουν σπαράγματα από 42 ιστορικούς).

Οι μοναδικές πηγές για τα γεγονότα που έχουμε σήμερα, γράφτηκαν κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τρεις και περισσότερους αιώνες μετά τα γεγονότα. Οι ιστορικοί που έγραψαν για τη μάχη, την έκβαση και τις απώλειες ή την τύχη των στρατευμάτων ήταν οι πέντε συγγραφείς, Διόδωρος Σικελιώτης (περ. 80-20 π.Χ.), Κόιντος Κούρτιος Ρούφος (1ος αι.), Ιουστίνος (Μάρκους Ιουνιάνους Ιουστίνους 3ος ή 4ος αι.), Πλούταρχος(46-125 μ.Χ.) και Αρριανός (περ. 95-175 μ.Χ. γνωστότερος για τα έργα του Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις και Ἰνδική).

Δεν γνωρίζουμε ακριβώς ποιες πηγές χρησιμοποίησαν οι προαναφερθέντες συγγραφείς, ωστόσο και μόνο η χρονική διαφορά από τα γεγονότα είναι ένας σοβαρός λόγος για να θεωρηθούν χαμηλής ιστορικής ακρίβειας. Οι διαφορές στις διηγήσεις μεταξύ τους οφείλεται πιθανώς στο ότι ο Πλούταρχος χρησιμοποιεί σαν πηγή του την Ιστορία Αλεξάνδρου του Κλείταρχου, ενώ οι υπόλοιποι στηρίζονται στο Πράξεις Αλεξάνδρου του Καλλισθένη της Ολύνθου. Γενικότερα η περιγραφή της μάχης από τον Αρριανό θεωρείται η πλέον συγκροτημένη και αξιόπιστη.

Παρακάτω θα εξεταστεί τι αναφέρουν οι πηγές για το εξεταζόμενο περιστατικό.

Ο Αρριανός στο βιβλίο “Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις“:

ὁ δὲ καὶ τῶν Περσῶν τοὺς ἡγεμόνας ἔθαψεν· ἔθαψε δὲ καὶ τοὺς μισθοφόρους Ἕλληνας, οἳ ξὺν τοῖς πολεμίοις στρατεύοντες ἀπέθανον· ὅσους δὲ αὐτῶν αἰχμαλώτους ἔλαβε, τούτους δὲ δήσας ἐν πέδαις εἰς Μακεδονίαν ἀπέπεμψεν ἐργάζεσθαι, ὅτι παρὰ τὰ κοινῇ δόξαντα τοῖς Ἕλλησιν Ἕλληνες ὄντες ἐναντία τῇ Ἑλλάδι ὑπὲρ τῶν βαρβάρων ἐμάχοντο. [1.16.7].

Σε μετάφραση:

Έθαψε επίσης τους αρχηγούς των Περσών, καθώς και τους Έλληνες μισθοφόρους που σκοτώθηκαν ενώ υπηρετούσαν στο πλευρό των εχθρών του· όσους όμως από αυτούς συνέλαβε αιχμαλώτους τους έδεσε με χειροπέδες και τους έστειλε στη Μακεδονία να δουλεύουν, επειδή παρά τις κοινές αποφάσεις των Ελλήνων, και μολονότι ήταν Έλληνες, πολέμησαν για χάρη των βαρβάρων εναντίον των συμφερόντων της Ελλάδος. [1.16.7]

Εκδόσεις Ζήτρος – Τόμος 1

.

Ο Πλούταρχος στο βιβλίο, Βίοι Παράλληλοι, Αλέξανδρος, 16, δεν αναφέρει κάτι για την τύχη των μισθοφόρων:

ἐν τούτῳ δὲ κινδύνου καὶ ἀγῶνος οὔσης τῆς ἱππομαχίας, ἥ τε φάλαγξ διέβαινε τῶν Μακεδόνων, καὶ συνῆγον αἱ πεζαὶ δυνάμεις. οὐ μὴν ὑπέστησαν εὐρώστως οὐδὲ πολὺν χρόνον, ἀλλ’ ἔφυγον τραπόμενοι πλὴν τῶν μισθοφόρων Ἑλλήνων· οὗτοι δὲ πρός τινι λόφῳ συστάντες, ᾔτουν τὰ πιστὰ τὸν Ἀλέξανδρον. ὁ δὲ θυμῷ μᾶλλον ἢ λογισμῷ πρῶτος ἐμβαλών, τόν θ’ ἵππον ἀποβάλλει ξίφει πληγέντα διὰ τῶν πλευρῶν (ἦν δ’ ἕτερος, οὐχ ὁ Βουκεφάλας), καὶ τοὺς πλείστους τῶν ἀποθανόντων καὶ τραυματισθέντων ἐκεῖ συνέβη κινδυνεῦσαι καὶ πεσεῖν, πρὸς ἀνθρώπους ἀπεγνωκότας καὶ μαχίμους συμπλεκομένους. λέγονται δὲ πεζοὶ μὲν δισμύριοι τῶν βαρβάρων, ἱππεῖς δὲ δισχίλιοι πεντακόσιοι πεσεῖν. τῶν δὲ περὶ τὸν Ἀλέξανδρον Ἀριστόβουλός φησι τέσσαρας καὶ τριάκοντα νεκροὺς γενέσθαι τοὺς πάντας, ὧν ἐννέα πεζοὺς εἶναι. τούτων μὲν οὖν ἐκέλευσεν εἰκόνας ἀνασταθῆναι χαλκᾶς, ἃς Λύσιππος εἰργάσατο.

Σε μετάφραση:

Κι όσο η ιππομαχία βρισκόταν σ’ αυτήν την κρίσιμη στιγμή η μακεδονική φάλαγγα διέβαινε το ποτάμι και συγκρούονταν οι πεζοί. Οι Πέρσες δεν αντιστάθηκαν με δύναμη ούτε άντεξαν για πολλή χρόνο και γρήγορα τράπηκαν σε φυγή εκτός από τους Έλληνες μισθοφόρους. Αυτοί, αφού συγκεντρώθηκαν σε κάποιο λόφο, ζητούσαν εγγυήσεις από τον Αλέξανδρο. Κι αυτός περισσότερο από θυμό παρά από λογική, όρμησε πρώτος. Τότε χάνει το άλογό του που πληγώθηκε από σπαθί στα πλευρά (ήταν κάποιο άλλο άλογο κι όχι ο Βουκεφάλας). Και οι περισσότεροι που πέθαναν και τραυματίστηκαν εκεί κινδύνευσαν και έπεσαν πολεμώντας με ανθρώπους απεγνωσμένους και αξιόμαχους. Από τους βαρβάρους λέγεται ότι σκοτώθηκαν περίπου είκοσι χιλιάδες πεζοί και χίλιοι πεντακόσιοι ιππείς. Ο Αριστόβουλος λέει ότι από τον στρατό του Αλέξανδρου σκοτώθηκαν όλοι κι όλοι τριάντα τέσσερις από τους οποίους οι εννιά ήταν πεζοί. Γι’ αυτούς διέταξε ο Αλέξανδρος να στηθούν χάλκινα αγάλματα, τα οποία τα κατασκεύασε ο Λύσιππος.

Ο Διόδωρος Σικελιώτης, στο Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Επτακαιδεκάτη, 17-21, δεν αναφέρει λεπτομέρειες για την τύχη των μισθοφόρων:

Μετὰ δὲ τὴν τῶν ἱππέων τροπὴν οἱ πεζοὶ συμβαλόντες ἀλλήλοις ὀλίγον χρόνον ἠγωνίσαντο· οἱ γὰρ βάρβαροι διὰ τὴν τῶν ἱππέων τροπὴν καταπλαγέντες καὶ ταῖς ψυχαῖς ἐνδόντες πρὸς φυγὴν ὥρμησαν. (6) Ἀνῃρέθησαν δὲ τῶν Περσῶν οἱ πάντες πεζοὶ μὲν πλείους τῶν μυρίων, ἱππεῖς δὲ οὐκ ἐλάττους δισχιλίων, ἐζωγρήθησαν δ’ ὑπὲρ τοὺς δισμυρίους. Μετὰ δὲ τὴν μάχην ὁ βασιλεὺς τοὺς τετελευτηκότας ἔθαψε μεγαλοπρεπῶς, σπεύδων διὰ ταύτης τῆς τιμῆς τοὺς στρατιώτας προθυμοτέρους κατασκευάσαι πρὸς τοὺς ἐν ταῖς μάχαις κινδύνους. (7)

Σε μετάφραση

Μετά την κατατρόπωση των ιππέων συνεπλάκησαν και οι μονάδες του πεζικού, αλλά η μάχη διήρκεσε λίγο, διότι οι βάρβαροι τρομαγμένοι με τη φυγή του ιππικού λιποψύχησαν και τράπηκαν σε φυγή. Από τους Πέρσες σκοτώθηκαν συνολικά πάνω από δέκα χιλιάδες πεζοί και όχι λιγότεροι από δυο χιλιάδες ιππείς, ενώ πιάστηκαν αιχμάλωτοι πάνω από είκοσι χιλιάδες. Μετά τη μάχη, ο βασιλιάς έθαψε τους νεκρούς με μεγαλοπρέπεια, ώστε με την απόδοση της τιμής ετούτης να κάνει τους στρατιώτες ακόμα πιο πρόθυμους ν΄ αντιμετωπίσουν τους κινδύνους των μαχών.

Κόιντου Κούρτιου Ρούφου η Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Ο Κόιντος Κούρτιος Ρούφος (Quintus Curtius Rufus) ήταν Ρωμαίος ιστορικός, που έζησε την εποχή του Κλαύδιου ή του Βεσπασιανού. Το μόνο σωζόμενο έργο του Κόιντου Κούρτιου Ρούφου, είναι το κείμενο “Ιστορίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου” (λατινικά: Historiae Alexandri Magni), το οποίο είναι μια βιογραφία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στα λατινικά, που αποτελούνταν συνολικά από δέκα βιβλία, εκ των οποίων έχουν χαθεί τα δύο πρώτα και τα υπόλοιπα οκτώ είναι ελλιπή. Iστορικοί που ασχολήθηκαν συστηματικά με τον Ελληνιστικό Κόσμο και τον Μέγα Αλέξανδρο επικρίνουν τον Κόιντο Κούρτιο Ρούφο για “παντελή έλλειψη ιστορικών αρχών” και αναξιοπιστία.

Ο Κοίντος επαναλαμβάνει τα γραφόμενα του Πλούταρχου για το γεγονός.

οι παρά τοις Πέρσαις μισθοφόροι “Ελληνες τοποθετηθέντες επί τίνος, λόφου άνθίσταντο γεναίως· καί ούτοι όμως απαυδήσαντες εζήτησαν παρά του Αλεξάνδρου εγγυήσεις πίστεως, προτείνοντες να παραδοθώσιν, άλλ΄ εκείνος μετά, σφοδράς μάλλον οργής η σκέψεως, ως μαιγόμενος, κατά τό σύνηθες αυτώ, εφορμήσας, άμα δε και απαν το ιππικόν αθρόον διατάξας να επιπέση κατ’ αυτών, τους πλείστους μεν αυτών απέκοψεν, εως δισχίλιοι δ’ αιχμαλωτίσθέντες επέμφθησαν ακολούθως εις Μακεδονίαν, καταδικσαθέντες να εργάζωνται εις τα μεταλλεία, διότι Έλληνες όντες παρά τα κοινώς δόξαντα τοις Έλλησιν, εναντίον της Ελλάδος, υπέρ των βαρβάρων εμάχοντο.

Ιουστίνου, Επιτομή του έργου του Πομπήιου Τρόγου των Φιλιππικών Ιστοριών

O Μάρκους Ιουνιάνους Ιουστίνους ήταν ένας εκλατινισμένος Γαλάτης που εμφανίσθηκε στη Ρώμη σαν δάσκαλος ρητορικής, και σαν ιστορικός έγραψε την Επιτομή του έργου του Πομπήιου Τρόγου των Φιλιππικών Iστοριών.

Στο απόσπασμα για τη μάχη του Γρανικού δεν αναφέρονται λεπτομέρειες για την τύχη των μισθοφόρων.

Επιτομή των Φιλιππικών του Πομπηίου Τρόγου / νυν πρώτον εκ του λατινικού εις την αιολοδωρικήν ελληνικήν διάλεκτον μεταγλωτισθείσα, και εκδοθείσα παρά του αποπειρογράφου της Ρουμουνίας [sic] και προσφωνηθείσα. Εν Λειψία: Παρά τω Τάουχνιτζ, 1817

Επομένως, σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι αιχμάλωτοι Έλληνες μισθοφόροι στάλθηκαν δεμένοι στη Μακεδονία σε καταναγκαστικά έργα.

Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Συμπέρασμα

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός ότι ο Μέγας Αλέξανδρος σκότωσε όλους τους Έλληνες μισθοφόρους αιχμαλώτους, που πολέμησαν μαζί με τους Πέρσες δεν ευσταθεί. Με βάση τις διαθέσιμες ιστορικές πηγές φαίνεται πως οι αιχμάλωτοι Έλληνες μισθοφόροι που επέζησαν της μάχης στάλθηκαν δεμένοι στη Μακεδονία σε καταναγκαστικά έργα.