Ποιοι είμαστε
Αρχική Όχι, ιταλικό δικαστήριο δεν αποφάνθηκε πως τα εμβόλια προκαλούν θανάτους, ούτε έκρινε την υποχρεωτικότητα αντισυνταγματικήΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Όχι, ιταλικό δικαστήριο δεν αποφάνθηκε πως τα εμβόλια προκαλούν θανάτους, ούτε έκρινε την υποχρεωτικότητα αντισυνταγματική

21 Μαΐ
2022

@

Ευαίσθητο περιεχόμενο

Αυτή η εικόνα περιέχει ευαίσθητο περιεχόμενο το οποίο μπορεί για κάποιους χρήστες μπορεί να είναι προσβλητικό ή ενοχλητικό

Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύτηκε πριν 2 έτη.

Ισχυρισμός:

Ιταλικό δικαστήριο αποφάνθηκε πως τα εμβόλια προκαλούν θανάτους και έκρινε αντισυνταγματική την υποχρεωτικότητα.

Συμπέρασμα:

Το Δικαστήριο δεν έλαβε καμία τέτοια απόφαση, αφού η συνεδρίαση διεκόπη και τα στοιχεία της δίκης παραπέμφθηκαν στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας προκειμένου εκείνο να αποφασίσει σχετικά. Το Δικαστήριο βασίστηκε στην αμφισβήτηση της αναγκαιότητας του υποχρεωτικού εμβολιασμού στο πλαίσιο του Άρθρου 32 του Ιταλικού Συντάγματος, λόγω της έλλειψης εξειδικευμένων ερευνών σε ατομικό επίπεδο και της ανάγκης ενός καθεστώτος επιπλέον παρακολούθησης. Τέλος, πρότεινε η νομοθετική επιλογή του υποχρεωτικού εμβολιασμού να υπόκειται σε συνεχή επανεξέταση. Σε ανάλογη υπόθεση, δικαστήριο στην πόλη Λάτσιο έκρινε νόμιμη την παύση εργασίας στους ανεμβολίαστους εργαζόμενους του δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων των υγειονομικών.

Σε δημοσιεύματα μέσων ενημέρωσης, ιστολογίων καθώς και λογαριασμών στο Facebook, αναπαράγεται ο ισχυρισμός ότι Ιταλικό δικαστήριο αποφάνθηκε πως τα εμβόλια κατά της COVID-19 προκαλούν θανάτους και έκρινε την υποχρεωτικότητα αντισυνταγματική. Ωστόσο ο εν λόγω ισχυρισμός είναι αναληθής.

Παραδείγματα: pronews.gr, anastoxasmoi.gr, orthodoxostypos.gr, orthodoxia-ellhnismos.gr

Παραδείγματα αναρτήσεων στο Facebook:

Στα υπό εξέταση δημοσιεύματα διαβάζουμε τα εξής:

Ιστορική απόφαση από ιταλικό δικαστήριο: «Τα εμβόλια προκαλούν θανάτους – Αντισυνταγματική η υποχρεωτικότητα»

Την ώρα που στην Ελλάδα παραμένουν χιλιάδες υγειονομικοί σε αναστολή εργασίας…

Μια ιστορική απόφαση, η οποία αφορά και την Ελλάδα, πάρθηκε στην Ιταλία καθώς το Δικαστήριο Διοικητικής Δικαιοσύνης της Σικελίας ενέκρινε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για τον κορωνοϊό αντισυνταγματικό.

Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι οι υποτιθέμενες θεραπείες mRNA που αποσκοπούν στην προστασία του κοινού από τον Covid έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν «σοβαρές ή θανατηφόρες ανεπιθύμητες ενέργειες».

Το δικαστήριο εξηγεί ότι ακόμη και αν τέτοιοι θάνατοι είναι σπάνιοι, ένας μόνο θάνατος αρκεί για να καταστεί η εντολή αντισυνταγματική.

Η απόφαση της Σικελίας διαβίβασε την απόφαση στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο θα πρέπει πλέον να αποφανθεί για το θέμα.

Τι ισχύει

Αρχικά, πληροφορίες για τη συγκεκριμένη υπόθεση μπορούμε να διαβάσουμε στο covid19litigation.org, έναν ιστότοπο που διευθύνει και διαχειρίζεται ο Πανεπιστήμιο του Τρέντο και στον οποίο παρουσιάζονται οι δικαστικές διαμάχες που σχετίζονται με μέτρα δημόσιας υγείας τα οποία υιοθετήθηκαν στο πλαίσιο της πανδημίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύμφωνα με δημοσίευση του ιστότοπου, το Συμβούλιο Διοικητικής Δικαιοσύνης της Περιφέρειας της Σικελίας συνεδρίασε στις 16 Μαρτίου 2022 αναφορικά με την υπόθεση ενός νεαρού νοσηλευτή που ζητούσε να εξαιρεθεί από τον υποχρεωτικό εμβολιασμό που ισχύει για τους υγειονομικούς στη χώρα.

Τα πρακτικά της δίκης, στα Ιταλικά, μπορείτε να τα βρείτε εδώ.

Όπως διαβάζουμε στη δημοσίευση:

Ο προσφεύγων είναι φοιτητής νοσηλευτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο και δεν του επιτρεπόταν η συμμετοχή στην πρακτική άσκηση καθώς δεν είχε εμβολιαστεί κατά της COVID-19.

Ο προσφεύγων υποστήριξε: ‎

α) Την πειραματική φύση του εμβολίου. ‎
β) Ότι είχε ήδη COVID-19 και επομένως απολάμβανε μακροχρόνια ανοσία
γ) Ότι θα κινδύνευε να πεθάνει από μια σοβαρή αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος (A.D.E. – Antibody Dependent Enhancement).

Ο δικαστής διέταξε έρευνα ζητώντας από ένα σύλλογο (αποτελούμενο από τεχνικούς από το Υπουργείο Υγείας, το Ανώτατο Συμβούλιο Υγείας και τη Γενική Διεύθυνση Υγείας) διάφορες πληροφορίες και διευκρινίσεις.

Η απόφαση του δικαστηρίου, σύμφωνα με τη σύνοψη της συνεδρίασης, ήταν η ακόλουθη:

Το Δικαστήριο αμφιβάλλει για τη συνταγματικότητα της απαίτησης εμβολιασμού για λόγους αναλογικότητας και συμβατότητας με ορισμένες συνταγματικές διατάξεις ως εξής:

Αρχή της ουσιαστικής ισότητας και αναλογικότητας (άρθρο 3, Ιταλικό Σύνταγμα)
Δικαίωμα στην υγεία (Άρθρο 32, Ιταλικό Σύνταγμα)‎
Δικαίωμα στην εργασία (Άρθρα 4 και 35, Ιταλικό Σύνταγμα)‎
Δικαίωμα στη χρηστή διοίκηση (Άρθρο 97, Ιταλικό Σύνταγμα)‎
Δικαίωμα στην εκπαίδευση (Άρθρα 33 και 34, Ιταλικό Σύνταγμα)‎
Ελευθερία της σκέψης (Άρθρο 21, Ιταλικό Σύνταγμα) ‎

Επομένως, η απόφαση επαφίεται στο Συνταγματικό Δικαστήριο.

Το Άρθρο 4 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 44/2021, που ισχύει στην Ιταλία, επιβάλλει την απαίτηση εμβολιασμού για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, ιδίως στον ιατρικό τομέα και στον τομέα της υγείας.

Σε μια υπόθεση που αφορά φοιτητή νοσηλευτικής, ως προς τις επιφυλάξεις του για την υποχρέωση εμβολιασμού κατά της COVID-19 σύμφωνα με το νόμο, το Δικαστήριο θεωρεί ότι το ερώτημα της συνταγματικότητας, που σχετίζεται με την απαίτηση εμβολιασμού, είναι σχετικό και όχι εντελώς αβάσιμο.

Το Δικαστήριο κατέληξε σε αυτό το συμπέρασμα αφού διεξήγαγε εκτεταμένη έρευνα για την αποτελεσματικότητα και τα αποτελέσματα του εμβολίου και αφού επαλήθευσε την επίμονη αβεβαιότητα σχετικά με τις παρενέργειες του εμβολίου, στατιστικά πιο συχνή από ό,τι σε άλλες περιπτώσεις υποχρεωτικού εμβολιασμού και αφού αμφισβήτησε τη σωστή και πλήρη ενημέρωση των υπόχρεων.

Το ερώτημα προέκυψε ως προληπτικό μέτρο, όταν ο αιτών ζήτησε να μπορέσει να πραγματοποιήσει πρακτική άσκηση χωρίς να υποβληθεί στον υποχρεωτικό εμβολιασμό.

Εφόσον ο δικαστής έχει παραπέμψει τα έγγραφα στο Συνταγματικό Δικαστήριο αμφισβητώντας την παρανομία της διάταξης που επιβάλλει την απαίτηση εμβολιασμού, η δίκη ανεστάλη μέχρι την απόφαση του Δικαστηρίου.

Συνοπτικά, η δίκη ανεστάλη έως ότου το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας αποφανθεί σχετικά με το αν η διάταξη που επιβάλλει τον εμβολιασμό στους υγειονομικούς της χώρας είναι παράνομη. Συνεπώς, δεν υπήρξε κρίση ή απόφαση περί της συνταγματικότητας του υποχρεωτικού εμβολιασμού, παρά μόνο αμφισβήτηση, η οποία θα κριθεί μελλοντικά από το Συνταγματικό Δικαστήριο.

Το σκεπτικό του Δικαστηρίου

Εξίσου σημαντικό με την αμφισβήτησης της νομιμότητας της διάταξης του υποχρεωτικού εμβολιασμού είναι και το σκεπτικό που οδήγησε το δικαστήριο σε αυτή. Αρχικά, το Δικαστήριο αναφέρεται στις περιπτώσεις υποχρεωτικών θεραπειών υγείας:

Στη συνέχεια το παραπέμπον δικαστήριο αναφέρει ότι, βάσει του Άρθρου 32 του Ιταλικού Συντάγματος, επιτρέπονται υποχρεωτικές θεραπείες υγείας, όπως ο εμβολιασμός, υπό τον όρο ότι:

α) Εξισορροπούνται το ατομικό δικαίωμα στην υγεία του υπόχρεου υποκειμένου και το ταυτόχρονο συλλογικό δικαίωμα στην υγεία. ‎
β) Οι θεραπείες δεν επηρεάζουν αρνητικά την κατάσταση της υγείας του υπόχρεου, εκτός από τις φυσιολογικές και ανεκτές συνέπειες. ‎
γ) Σε περίπτωση περαιτέρω ζημίας στο πρόσωπο που υπόκειται στη θεραπεία, η διάταξη προβλέπει την καταβολή δίκαιης αποζημίωσης υπέρ του ζημιωθέντος. ‎
δ) Επιπλέον, τα μέτρα για την εφαρμογή της απαίτησης εμβολιασμού πρέπει να περιλαμβάνουν προφυλάξεις και πρέπει να διεξάγονται σύμφωνα με τους τρόπους που ορίζει η κατάσταση της επιστημονικής γνώσης και τέχνης, συμπεριλαμβανομένης μιας πλήρους και επαρκούς επικοινωνίας και ενημέρωσης σχετικά με τον κίνδυνο τραυματισμού στο άτομο που υπόκειται σε αυτά και στους ανθρώπους που πρέπει να λάβουν αποφάσεις σχετικά με αυτό.

Στη συνέχεια, αντίθετα με τα όσα αναφέρουν τα υπό εξέταση δημοσιεύματα περί παραδοχής του Δικαστηρίου πως τα εμβόλια προκαλούν «σοβαρές ή θανατηφόρες ανεπιθύμητες ενέργειες», το Δικαστήριο αρχικά αναφέρεται στη συμβολή των εμβολίων κατά της COVID-19 στην τήρηση της Παραγράφου Α του Άρθρου 32:

Σύμφωνα με το δικαστήριο, κατά την εφαρμογή των αρχών της προφύλαξης και της αλληλεγγύης, η χρήση θεραπειών επιτρέπεται ακόμη και με βάση ελλιπή στοιχεία, εφόσον εξασφαλίζουν περισσότερα οφέλη παρά κινδύνους. Όσον αφορά το εμβόλιο κατά της COVID-19, ειδικότερα, τα εμβόλια είναι σίγουρα αποτελεσματικά στην πρόληψη της νοσηλείας, της εισαγωγής στην εντατική θεραπεία και του θανάτου, επηρεάζοντας το άτομο που έχει εμβολιαστεί και το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στο σύνολό του. ώστε να τηρηθεί ο πρώτος όρος που επιβάλλει το Σύνταγμα (ανωτέρω εδάφιο α).

Έπειτα, το Δικαστήριο αναφέρει τον προβληματισμό του σχετικά με τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες των εμβολίων, και πως αυτές σχετίζονται με την Παράγραφο Β του Άρθρου 32:

Ωστόσο, όσον αφορά το στοιχείο β) που επιβάλλεται από τον όρο (όπως παραπάνω), δεν διαψεύδονται πλήρως κρίσιμα ζητήματα που σχετίζονται με πιθανά ανεπιθύμητα συμβάντα που επηρεάζουν την κρίση της αναλογικότητας. Στην πραγματικότητα, πρόσφατες πρόσθετες πληροφορίες, ιδίως η ετήσια έκθεση της AIFA σχετικά με την ασφάλεια των εμβολίων κατά της COVID-19, έχουν επισημάνει έναν αριθμό ανεπιθύμητων ενεργειών σημαντικά υψηλότερο από εκείνον που βρέθηκε για άλλα υποχρεωτικά εμβόλια.

Από αυτή την άποψη, είναι σαφής ο ρόλος που διαδραματίζει η συλλογή και η ανάλυση δεδομένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μέσω της ανάλογης βάσης δεδομένων EudraVigilance, η οποία είναι διαθέσιμη παγκοσμίως, όπως αναφέρεται στο VigiBase (βάση δεδομένων φαρμακοεπαγρύπνησης του WHO) που σχετίζεται με τις αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών. Μεταξύ αυτών, εκτός από τις μέτριες και παροδικές επιδράσεις, που μπορούν να χαρακτηριστούν ως αμελητέα αποτελέσματα και εντός της κανονικής ανεκτικότητας, υπάρχουν διαταραχές και παθολογίες που επηρεάζουν το καρδιοκυκλοφορικό (θρόμβωση, ισχαιμίες, ανοσοθρομβοπενίες), το λεμφικό, το καρδιαγγειακό (συμπεριλαμβανομένης της μυοκαρδίτιδας), το ενδοκρινικό, το ανοσοποιητικό σύστημα, τους συνδετικούς και μυοσκελετικούς ιστούς, το νευρικό, το νεφρικό, το αναπνευστικό σύστημα. Υπάρχουν πολύ σοβαρά γεγονότα των οποίων η στατιστική συχνότητα μπορεί να αμφισβητήσει την ισορροπία της συνταγματικότητας που αντιπροσωπεύει η συνολική ανεκτικότητα για το υπόχρεο υποκείμενο των πιθανών παρενεργειών.

Σύμφωνα με το παραπέμπον δικαστήριο, ενώ είναι αλήθεια ότι οι σοβαρές αντιδράσεις αποτελούν ελάχιστο μέρος των γεγονότων που έχουν παρατηρηθεί, η επάρκεια μιας απλής ποσοτικής ή στατιστικής αξιολόγησης σύμφωνα με το κριτήριο της κανονικής ανεκτικότητας, αντί της υιοθέτησης μιας ατομικής αξιολόγησης, είναι αμφισβητήσιμη. Επιπλέον, τα στατιστικά δεδομένα που συλλέγονται φαίνεται επίσης να αποκλείουν το τυχαίο γεγονός και το απρόβλεπτο της μεμονωμένης αντίδρασης, γεγονός που φαίνεται να αποδέχεται ότι η αρνητική επίδραση είναι ακόμη λιγότερο ανεκτή, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.

Είναι σκόπιμο να σημειωθεί πως η ετήσια έκθεση της Ιταλικής Υπηρεσίας Υγείας (Agenzia Italiana del Farmaco) σχετικά με την ασφάλεια των εμβολίων κατά της COVID-19, η οποία εκδόθηκε στις 9 Φεβρουαρίου του 2022, σχετικά με τις ανεπιθύμητες αντιδράσεις των εμβολίων αναφέρει πως:

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ελήφθησαν 117,920 αναφορές σε σύνολο 108,530,987 χορηγούμενων δόσεων (ποσοστό αναφοράς 109 σε κάθε 100,000 δόσεις). Από αυτά, το 83.7% (98,717) αφορούσε μη σοβαρά συμβάντα, όπως πόνος στο σημείο της ένεσης, πυρετός, εξασθένηση/κόπωση, μυϊκός πόνος.

Οι σοβαρές αναφορές αντιπροσώπευαν το 16.2% του συνόλου (19,055), με ποσοστό αναφοράς 17.6 συμβάντα ανά 100,000 χορηγούμενες δόσεις. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ανεξάρτητα από το εμβόλιο, τη δόση και τον τύπο του συμβάντος, οι αντιδράσεις (περίπου 73%) εμφανίστηκαν ως επί το πλείστον την ημέρα του εμβολιασμού ή την επόμενη ημέρα και σπάνια αργότερα από 48 ώρες μετά τον εμβολιασμό.

Όπως έχουμε αναλύσει στο παρελθόν, τα εμβόλια κατά της COVID-19 προκαλούν σχεδόν αποκλειστικά ήπιες και παροδικές παρενέργειες, όπως αναφέρει και το Δικαστήριο, ενώ οι σοβαρές παρενέργειες παρατηρούνται σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, και είναι περιορισμένες. Επιπροσθέτως, λόγω του μαζικού εμβολιασμού, είναι απολύτως λογικό, και αναμενόμενο, να έχουμε σημαντικά υψηλό αριθμό αναφερόμενων παρενεργειών. Τέλος, το Δικαστήριο αναφέρεται σε στοιχεία της βάσης δεδομένων EudraVigilance, τα οποία όπως έχουμε εξηγήσει στο παρελθόν δε μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εξαγωγή συμπερασμάτων, κάτι που αναγνωρίζει το ίδιο το Δικαστήριο στη συνέχεια:

Το δικαστήριο δεν παραβλέπει τον κίνδυνο της μη-πλήρους αξιοπιστίας των δεδομένων που συλλέγονται. Για παράδειγμα, όσον αφορά την απόδοση στο εμβόλιο συνεπειών που δεν εξαρτώνται από αυτό, ή, αντίθετα, την υποτίμηση των γεγονότων που δεν συλλέγονται επειδή βρίσκονται εκτός του χρονικού παραθύρου, όπως ορίζεται από έναν συγκεκριμένο αλγόριθμο που έχει ορίσει ο ΠΟΥ.

Τέλος, το Δικαστήριο αναφέρει πως η αμφιβολία του στην αναγκαιότητα του μέτρου του υποχρεωτικού εμβολιασμού δε βασίζεται τόσο στα ανωτέρω στοιχεία, όσο στην έλλειψη εξειδικευμένων ερευνών σε ατομικό επίπεδο και στην υιοθέτηση ενός καθεστώτος παρακολούθησης, ενώ τονίζει πως η νομοθετική επιλογή του υποχρεωτικού εμβολιασμού θα πρέπει να υπόκειται σε συνεχή επανεξέταση:

Το Δικαστήριο διαπιστώνει, ωστόσο, ότι, σύμφωνα με τον προσβαλλόμενο νόμο και τις διοικητικές πρακτικές των υγειονομικών ιδρυμάτων, δεν πραγματοποιήθηκαν ειδικές έρευνες σε μεμονωμένα εμβολιασμένα άτομα, ούτε σε σχέση με οποιοδήποτε νόσηση COVID-19 σε εξέλιξη, γεγονός που δημιουργεί πρόσθετα αμφιβολίες για την απόλυτη αναγκαιότητα του μέτρου που αξιολογείται υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας.

Το Δικαστήριο κρίνει σχετικά ότι, λαμβανομένης υπόψη της γενικής αβεβαιότητας σχετικά με τις παρενέργειες, θα πρέπει να απαιτείται από τη διοίκηση ένα κατάλληλο καθεστώς παρακολούθησης για να διασφαλιστεί ότι οι παράπλευρες αρνητικές επιπτώσεις που σχετίζονται με τον εμβολιασμό εντοπίζονται άμεσα και αποτελεσματικά. Η έλλειψη τέτοιας συλλογής οδηγεί σε ένα αυτόνομο προφίλ παραλογισμού και κάνει κάποιον να αμφιβάλλει για την καλή και σωστή διαχείριση.

Σύμφωνα με το παραπέμπον δικαστήριο, η νομοθετική επιλογή του υποχρεωτικού εμβολιασμού θα πρέπει να υπόκειται σε συνεχή επανεξέταση υπό το πρίσμα της εξέλιξης των ιατρικών και επιστημονικών γνώσεων και η νομοθεσία θα πρέπει να απαιτεί προληπτικά και μετριαστικά μέτρα σχετικά με τις επιπτώσεις του εμβολίου. Τελικώς, δεν φαίνεται λογικό να απαιτείται ενημερωμένη συγκατάθεση σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό.


(σσ: τα πρακτικά αναφέρουν σχετικά πως «η ενημερωμένη συγκατάθεση πρέπει να περιορίζεται μόνο στους συνιστώμενους εμβολιασμούς· για τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς θα παρέχεται μόνο ενημερωτικό έντυπο»)

Συνοπτικά αυτοί είναι τρεις οι κύριοι παράγοντες που οδήγησαν το Δικαστήριο να αμφισβητήσει την αναγκαιότητα του υποχρεωτικού εμβολιασμού και να παραπέμψει την απόφαση στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ιταλίας. Όπως αναφέρει σε σχετικό άρθρο το covid19litigation.org:

Σύμφωνα με το αιτούν δικαστήριο, η νομοθετική επιλογή του υποχρεωτικού εμβολιασμού θα πρέπει να υπόκειται σε συνεχή επανεξέταση υπό το πρίσμα της εξέλιξης των ιατρικών και επιστημονικών γνώσεων και η νομοθεσία πρέπει να απαιτεί μέτρα προφύλαξης και μετριασμού σχετικά με τις επιπτώσεις του εμβολίου.

Το αιτούν δικαστήριο, ωστόσο, υπογραμμίζει τις διαφορές μεταξύ των αρχών που σχετίζονται με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό στη συνήθη εποχή και εκείνων σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης πανδημίας. Ζητεί από το Συνταγματικό Δικαστήριο να αναθεωρήσει τα κριτήρια για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό σε περιόδους πανδημίας, ιδίως σε σχέση με τη φαρμακοεπαγρύπνηση και την παρακολούθηση που σχετίζεται με τα εμβόλια που υπόκεινται σε υπό όρους έγκριση.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί πως ένα μήνα νωρίτερα, στις αρχές Μαρτίου 2022, το περιφερειακό διοικητικό δικαστήριο της Λάτσιο απέρριψε ανάλογη έφεση 127 εργαζομένων του δημοσίου (συμπεριλαμβανομένων αστυνομικών, υγειονομικών, και εκπαιδευτικών που είχαν τεθεί σε αναστολή εργασίας) κρίνοντας πως η κυβέρνηση έχει δικαίωμα να αναστείλει την εργασία σε δημόσιους υπαλλήλους που δεν έχουν εμβολιαστεί κατά της COVID-19. Σύμφωνα με εγκύκλιο του υπουργείου Εσωτερικών της Ιταλίας, από τις 15 Δεκεμβρίου του 2021 ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, ο οποίος ισχύει για τους υγειονομικούς από τον Απρίλιο του 2021, επεκτάθηκε και στο υγειονομικό διοικητικό προσωπικό, τους εκπαιδευτικούς και το διοικητικό προσωπικό των σχολείων, τους στρατιωτικούς, τους αστυνομικούς, και το προσωπικό των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης.

Συμπέρασμα

Με βάση τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός πως Ιταλικό Δικαστήριο αποφάνθηκε πως τα εμβόλια προκαλούν σοβαρές παρενέργειες και θανάτους, και έκρινε την υποχρεωτικότητα του αντισυνταγματική, είναι αναληθής. Το Δικαστήριο δεν έλαβε καμία τέτοια απόφαση, αφού η συνεδρίαση διεκόπη και τα στοιχεία της δίκης παραπέμφθηκαν στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας, προκειμένου εκείνο να αποφασίσει σχετικά. Το Δικαστήριο βασίστηκε στην αμφισβήτηση της αναγκαιότητας του υποχρεωτικού εμβολιασμού στο πλαίσιο του Άρθρου 32 του Ιταλικού Συντάγματος, λόγω της έλλειψης εξειδικευμένων ερευνών σε ατομικό επίπεδο και της ανάγκης ενός καθεστώτος επιπλέον παρακολούθησης. Τέλος, πρότεινε η νομοθετική επιλογή του υποχρεωτικού εμβολιασμού να υπόκειται σε συνεχή επανεξέταση. Σε ανάλογη υπόθεση, δικαστήριο στην πόλη Λάτσιο έκρινε νόμιμη την παύση εργασίας στους ανεμβολίαστους εργαζόμενους του δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων των υγειονομικών.

Έχει εργαστεί ως ανεξάρτητος δημοσιογράφος σε ηλεκτρονικά ΜΜΕ, στους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας.